Φιλολογική Κυριακή
Η πείρα πως όλα είναι ανεξήγητα οδηγεί στο όνειρο. Wols
Το μικρό αντι-ποίημα «Μπέσκος» του Δημήτρη Βέσκου [που ακούγεται εδώ σε «σχιζοφωνική»* απόδοση του τρομερού Λεωνίδα Χρηστάκη] μεταφέρει, κατά τη γνώμη μου παραστατικά, το σπάνιο ήθος πολλών ποιητών ή πεζογράφων που προτίμησαν κυρίως το ποιητικώς ζην από το «γράφειν» (και ακόμα περισσότερο «εξαργυρώνειν»)· η ανυποχώρητη στάση τους, φώτισε εκ των υστέρων τις λιγοστές λέξεις τους με ένα άλλο, πνευματικότερο φως.
Σχεδόν εχθρικοί προς τον οδοστρωτήρα των ποιητικών ογκόλιθων της σύγχρονης Ελλάδας, αποσυρμένοι ή περιθωριακοί, ποιητικά έκκεντροι ή και (κοσμικά) εκκεντρικοί, δεν άντεχαν τη σκηνοθετημένη αναπαράσταση της γλώσσας, τα κείμενα- ποταμούς για την αναζήτηση της ελληνικότητας, τον στόμφο της ποιητικής των Νομπέλ. Διαρκώς ερωτευμένοι με ορισμένους ελάσσονες ξένους τους οποίους και μετέφραζαν αφιλοκερδώς (σιγά μην πληρώθηκαν ποτέ οι μεταφράσεις στην Ελλάδα) μοιάζουν σαν να πέταγαν βότσαλα στη λίμνη την ώρα που οι άλλοι, οι «σοβαροί» ήταν στρατευμένοι στον αγώνα τον καλόν. Όχι, νομίζω, τόσο από διάθεση σνομπισμού, όσο από μια ενστικτώδη αντιπάθεια προς τις μεγαλαυχίες και τις εθνικές τοιχογραφίες που συνήθως καταπίνουν τα ανθρώπινα μεγέθη. Σ’ αυτό το ποιηματάκι του Δ. Βέσκου η ιδέα του ποιητή και του ποιήματος υπονομεύεται συνεχώς από τον ίδιο τον γράφοντα ώσπου να διαλυθεί από την επανάληψη κάθε νόημα των λέξεων· στο τέλος μένει μόνο η ανάσα του ποιητή μετέωρη, μια στιγμή καθαρής αγωνίας μπροστά στην ίδια την πράξη της γραφής, την ίδια την ύπαρξη.
*
Ένα τέτοιο σπάνιο είδος ανένταχτου ονειροσκόπου υπήρξε και ο Ε.Χ. Γονατάς. Έτυχε να διαβάσω τον «Φιλόξενο καρδινάλιό» του όταν πρωτοβγήκε, ένα σύντομο πεζό που σε εισάγει κατ’ ευθείαν στη γοητεία του λοξού κοιτάγματος της πραγματικότητας. Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου* τον συμπεριλαμβάνει στην υπερρεαλιστική ανθολογία της «…δεν άνθησαν ματαίως», αν και τα «πεζά» του κατατάσσονται συνήθως στον ασαφή χώρο του (ποιητικού) παράδοξου. Έτσι κι αλλιώς είναι τόσο μικρή η έκτασή τους.
Στο απόσπασμα που ακολουθεί, με συγκινεί κυρίως η συνωμοσία που εξυφαίνεται με τον ποιητή Μίλτο Σαχτούρη στον οποίο είναι αφιερωμένο το απόσπασμα. Προφανώς οι δυο τους αισθάνονται υπό διωγμόν, σε έναν κόσμο που εξορίζει ως αναποτελεσματικές τέτοιου είδους (τραυματισμένες) ευαισθησίες σαν τις δικές τους.
*
Θα μας διώξουν
Στον Μίλτο Σαχτούρη
Δεν ξέρω πώς βρέθηκα σ’ αυτό το άθλιο θαλασσοχώρι. Δεν ξέρω αν πρέπει να φύγω ή να μείνω. Δεν θυμάμαι πότε ήρθα κι από πού. Ίσως να ’χω περάσει ολόκληρη ζωή εδώ. Ένα μικρό παιδί κουρελιάρικο μου γνέφει απ’ το φεγγίτη να σταματήσω. «Τι να σταματήσω;» του λέω, σηκώνοντας το κεφάλι τόσο ψηλά που παρά λίγο να κυλήσει στην πλάτη μου. Κάθομαι πάνω σ’ ένα αμόνι και τα πόδια μου κρέμονται κίτρινα κι αδύνατα ως το πάτωμα· δε θέλω να τα βλέπω γιατί άμα τα βλέπω με πιάνει τρεμούλα ότι έγινα πρόβατο. Γύρω μου παντού γυαλίζουν κομμάτια ντενεκέδες, σβησμένα κάρβουνα και τρίμματα, τρίμματα ψιλά σίδερο. Το παιδί μού δείχνει το μικρό μουσικό όργανο που έχω στα γόνατά μου και το χαϊδεύω. Για φαντάσου, δεν το πρόσεξα! Είναι κατακίτρινο και μακρουλό σαν πεπόνι· το ’χω φτιάξει ο ίδιος με τα χέρια μου.
«Μην παίζεις» μου ψιθυρίζει σιγά κι απ’ τα μάτια του στάζουν βροχή τα δάκρυα πάνω στα κάρβουνα. «Ακούγεσαι δίπλα στο μαγαζί. Δεν καταλαβαίνεις πως θα μας διώξουν;»
*
Max Ernst, Aquis submersus,1919
--------------------
*1: Βρήκα το CD με τα «σχιζοφωνητικά» του Χρηστάκη, (τρόπος απαγγελίας που τον εμπνεύστηκε ο εκδότης του Ιδεοδρόμιου το 1963 στον Σηκουάνα) στο περιοδικό Heteron1/2 που κυκλοφορεί.
Μια σύντομη περιήγηση στα έργα και τις ημέρες μιας παρέας εδώ.
*2: Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, είναι μια σεμνή και αισθαντική φιγούρα του Νεοελληνικού της Θεσ/νίκης, με ιδιαίτερη αγάπη στον υπερρεαλισμό (τον οποίο αντιλαμβάνεται σαν ένα αλληλεπιδραστικό κίνημα τέχνης και ζωής- "ο υπερρεαλισμός δεν είναι σουρεαλιστικός" κ.ά.). Η εισαγωγή της στην ποιητική ανθολογία που συνέταξε η ίδια καθώς και οι σποραδικές κριτικές της στα Νέα, εστιάζουν συνήθως σε ζητήματα πέριξ αυτού του χώρου. Εδώ υπάρχει μια συνέντευξή της σχετικά με τον Γονατά, στην οποία μπορείτε να την ακούσετε και μαγνητοφωνημένη. (μιλάει θαυμάσια, όπως πάντα)
Αποκαλυπτική και συγκινητική ήταν η δουλειά της Στεφανή, σ' ένα ντοκυμανταίρ που παρακολουθεί τη ζωή του Γονατά στο σπίτι του, όπου πράγματα καθημερινά, λουλούδια του κήπου και κατοικίδια αποτελούσαν πλέον το ποιητικό του σύμπαν.
Ένα μικρό απόσπασμα από τις Αγελάδες του 1963, «Το δάσος».
Ο Ε.Χ.Γονατάς πέθανε τον περασμένο Μάρτιο.
14 Comments:
Πολύ καλός Μπέσκος, ο Μπέσκος :-)
Η απαγγελία ακούγεται πολύ ωραία, και ακόμα καλύτερα αν συνδυαστεί με αυτήν του Γάλλου συναδέλφου του Λεωνίδα.Το δοκίμασα με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Όντως! Αριστούργημα! :-)
Thas, όταν ξανακατέβεις κάτω, δώσε σήμα.
Η εκτίμηση που τρέφω στο πρόσωπο σου είναι πολύ μεγάλη για να μην επιδιώξω διακαώς να επικοινωνήσω μαζί σου. Εκ του σύνεγγυς.
Θύμιζε μας πράγματα που δεν ξέρουμε-κι ακόμη περισσότερο πράγματα κάποιοι εξ ημών -"χαμένοι στες αγορές" λησμονούμε..
Τώρα με κομπλάρς. :-) Πώς θα σχηματίσω τους αριθμούς στο καντράν; Ή δεν λέγεται πλέον καντράν αυτό; Ούτε βολάν λέμε;
(ωραίο το τελευταίο σου κείμενο, sui)
Μια χαρά θα τους σχηματίσεις.. ;-)
Θα περιμένω να σ' ακούσω, όποτε βρεις ευκαιρία.
Χαίρομαι που σου άρεσε.
Απο τα καλύτερα "παρασκήνια" που έχω δεί, αυτό για τον Γονατά, Thas, να τον βλέπεις και να τον ακούς, και να μην τον χορταίνεις, να ξυπνάνε μέσα σου σκέψεις παράλογες όπως "πως γίνεται να πεθαίνουν τέτοιοι άνθρωποι" και "κοίτα, τελικά είναι ένας κανονικός άνθρωπος, τι περίεργο...".
Η πρώτη ανάγνωση του "φιλόξενου καρδινάλιου" μέ άφησε με την απορία γιατί γράφτηκε αυτό το βιβλίο-τι έψαχνα άραγε η ανόητη να βρω?
Με τη δεύτερη ανάγνωση ένιωσα την γλύκα της γλώσσας του, και κυρίως ότι η αξία μιας ιστορίας δεν βρίσκεται στην πολυπλοκότητά της αλλά στον τρόπο που σου την διηγούνται.
Σ’ αυτά που γράφετε, θα μου επιτρέψετε να προσθέσω και Τον-πιο-αγαπημένο-μου-Γονατά, μέσα απ’ αυτό το μικρό της ΚΡΥΠΤΗΣ (σελ. 21). Λέει:
«Εγώ που δεν έχω πουλιά φυλακισμένα σε κλουβιά
(ένα κλουβί της μάννας μου σαπίζει στην αποθήκη)
ξυπνάω καμιά φορά από’να σιγανό κελάϊδισμά.»
τα σέβη μου
Anonymous
Περιττό νομίζω να πω πόσο με συγκινούν τα σχόλιά σας. Διότι lemon ήταν πράγματι σπουδαίος άνθρωπος και το ντοκυμαντέρ τον έφερε κοντά μας αποκαλυπτικά. Διότι επίσης, anonyme, είναι κορυφαίο το απόσπασμα που παραθέτεις και όλοι όσοι τον αγαπάμε το έχουμε για φυλαχτό.
Και τα δικά μου σέβη, και στους δυο σας.
Μ' άρεσε η λέξη που χρησιμοποιήσατε: Φυλαχτό (όντως είναι και σαν φυλαχτό). Και ξέρετε κάτι; Ακόμα και τώρα, που έχουν περάσει χρόνια αφότου το πρωτοσυνάντησα, δεν έχω καταλάβει γιατί μ' αρέσει τόσο. (Και μ' αρέσει που δε το 'χω καταλάβει ακόμα.)
Και σκέφτομαι, πως αυτό το "ανερμήνευτο" τελικά κάνει τη διαφορά στα πράγματα, αυτό το μυστικό(;) που κουβαλάει ένα κείμενο είναι που το απογειώνει και το κάνει τόσο δραστικό. Τέλος πάντων... Για μένα ο Γονατάς, είναι ένας ολόκληρος πλανήτης, που σου ζητάει να του αφιερώσεις χρόνο πολύ, και σου ζητάει συνέχεια, αλλά, χαλάλι του.
τα σέβη μου
Anonymous
πω, πω αβρότητες και total respect....ήθελα να αφήσω μια καλή κουβέντα αλλά κόμπλαρα. ;-)
μπράβο για το κείμενο! να μαθαίνουμε και εμείς οι πτωχοί τη εκπαίδευση νέοι...
Έχουμε ξαναπεί νομίζω ladychill πως είστε μια πολύ γενναιόδωρη κυρία.
(χαίρομαι πολύ που σου άρεσε το κείμενο)
Όσα για σάς ανώνυμε, να πω ότι κατοικοεδρεύετε εντός του εγκεφάλου μου.
Οπότε, θα ξέρετε με σιγουριά ποιος ευθύνεται για πιθανούς πονοκεφάλους...
:)
τα σέβη μου
Anonymous
Μύρωνα Δαμβέργη, αν ποτέ τύχει να ξαναπεράσεις από εδώ, να σου ζητήσω συγγνώμη. Δεν κατάλαβα πώς δεν απάντησα. Είχα την εντύπωση ότι το έκανα, γιατί το σχόλιό σου μου έκανε εντύπωση. Θέλω να πω δεν είναι και τόσο σύνηθες κάποιος να εστιάζει σε Γονατά-Παπαδίτσα. Τους εκτιμώ βαθιά, όπως και τη δουλειά που έκαναν στα εκδοτικά.
Να σαι καλά κι εσύ, σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και ...να με συγχωρείς.
Ο Γονατάς στάθηκε είναι, δηλαδή πλέον τα κείμενά του είναι, προδιατεθειμένα στο Ανοιχτό. Εξ ου και είναι ανοιχτά και . Ο ίδιος στάθηκε μακριά από τις αναζητήσεις της ιθαγένειας ή "ταυτότητας" στις οποίες έχει αποδυθεί, αναλωνόμενος, εδώ και σχεδόν δύο αιώνες ο κεντρικός πυρήνας της ελληνικής διανόησης, συμπεριλαμβανομένων και των λογοτεχνών, ποιητών κλπ.
Au revoir, civ
Post a Comment
<< Home