vita moderna

kisses, tears & psychodramas

26.1.06

Wake me up when winter ends

Στη Discolata, τον Naftilo, τον Oneiro, τον Crazy Monkey, τη Lemon, τον Πάνο και τα υπόλοιπα παιδιά που μας διαβάζουν από εκεί. Η πόλη τους δεν έχει σχέση με τη δική μου μυθοπλασία.


Η χιονισμένη Αθήνα, με γύρισε σε άλλες εποχές. Η εξιστόρηση που ακολουθεί είναι μεγάλη και χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρ’ εκτός αν τη δεις σαν παραμύθι που λέγεται δίπλα σε τζάκι γιατί η νύχτα είναι μεγάλη και ο χρόνος πολύς. Έχει πάντως δύο θετικά: στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα και διαθέτει φωτογραφίες.

*


Τους χειμώνες μετά το ’84 -ως και το ’88- έμενα στη Θεσσαλονίκη ως πολιορκημένος φοιτητής (απ’ το χιονιά), σ’ ένα διαμέρισμα-ποντικότρυπα. Ήταν στη Χαραλάμπους Κυπρίου, μικρή κάθετη της Εγνατίας, στη γωνία του Χασιώτη. Ο Χασιώτης και τα κορίτσια του με τις ροζ ποδιές, ήταν συχνά οι μόνοι άνθρωποι που συναντούσα μέσα στη μέρα. Έβγαινα μόνο γι’ αυτή τη φοβερή τυρόπιτα ταψιού που υποκαθιστούσε τα δύο γεύματα και για τσιγάρα. Ίσως και για τη Βαβέλ. Παρακολουθούσα τότε τα κόμιξ λιγάκι και από μόδα, αφού μόνο δύο σκιτσογράφοι μ’ άρεσαν πραγματικά: ο Loustal και ο Pazienza. O δεύτερος, είχε αναρχικό σκίτσο ιδιαίτερα εκφραστικό και το ύφος του ήταν όλα-τα-στυλ-του-κόσμου-μαζί στην ίδια ιστορία. Θυμάμαι το «σημάδι μιας άνευ όρων παράδοσης» που με είχε ρουφήξει στο αναχωρητικό του κλίμα. Ένας νεαρός φωτογράφος (που τον θέλουν πολύ τα κορίτσια) αποτραβιέται σιγά σιγά από την παρέα, καθώς χάνει το ενδιαφέρον του για τη ζωή, ακολουθώντας την ενδιάθετη κλίση του. (Πάντα η ίδια πεισιθάνατη οπτική που σε τυλίγει στη γοητεία της, όσους από εμάς τουλάχιστον έχουμε τραφεί παιδιόθεν με το ροκ μυθιστόρημα).

*



Η Βαβέλ και ο υπόλοιπος τύπος της εποχής στοιβάζονταν πάνω στο γραφείο, ένα τραπέζι λιγάκι δήθεν, με μεταλλικούς σωλήνες για πόδια, τοποθετημένο στη γωνία των παραθύρων · το φως που περνούσε φώτιζε μια μικρή περιοχή του γραφείου -το διάβασμα χρειαζόταν απαραιτήτως πορτατίφ. Για βιβλιοθήκη χρησιμοποιούσα κάτι μαύρους κύβους από νοβοπάν που είχα εμπνευστεί και συναρμολογήσει ο ίδιος. Το κρεβάτι, ένα πλαίσιο από σανίδες που κούμπωναν στις άκρες, δεν το έβαψα ποτέ. Τώρα βρίσκεται στο εξοχικό, στο χωριό, και κάθε καλοκαίρι υπόσχομαι στη μάνα μου ότι θα το βάψω. Αν και νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια δεν με ρωτάει πια, έχει απελπιστεί.

*



Η θέα από το παράθυρο. Η Θεσσαλονίκη του κέντρου είναι βαριά και ασήκωτη.



Θυμάμαι έντονα να με τυλίγει η σιωπή. Ώρες στην ίδια θέση του γραφείου, σε μια πάνινη καρέκλα που σκιζόταν σιγά σιγά στις γωνίες της πλάτης, προσηλωνόμουν στους απέναντι τοίχους. (Συχνά το κάνω αυτό: προσηλώνομαι κάπου χωρίς σκέψεις· έτσι, έστω για λίγο γίνομαι μέρος του τοπίου- πού είσαι Κρισναμούρτι να δεις τα παιδιά σου!). Η θέα από το σημείο που καθόμουν ήταν προς τον λεγόμενο ακάλυπτο, ένα απροσδιόριστο, μελαγχολικό κέντρο που δημιουργούσαν θηριώδεις πλάτες πολυκατοικιών με ξεφλουδισμένα παραθυρόφυλλα. Εκτός της πραγματικής υγρασίας των τοίχων, εντός δέσποζε και η αφίσα της Νοσταλγίας, με όλη τη μυθολογία του νερού και της μνήμης που τη συνόδευε. Ήταν η εποχή του Ταρκόφσκι στο σινεμά, του Πεντζίκη και του π. Γοντικάκη, του Γιανναρά και του Ράμφου, του Σαββόπουλου και του Ξυδάκη, του Χ. Βακαλόπουλου στο αθηναϊκό ραδιόφωνο( με τις θρυλικές νυχτερινές του εκπομπές «διαμάντια στον ουρανό της νύχτας» ή «σκάλα για τα αστέρια», αν θυμάμαι καλά)- η ευγενής δηλαδή πλευρά ενός φαινομένου με δημιουργική κορύφωση και απογοητευτική εξέλιξη· αποχωρώντας εκείνοι, πήραν μαζί τους και την ουσιαστική αναζήτηση, το ιδιαίτερό τους βλέμμα. Στα απόνερα της τέχνης τους τσαλαβουτάνε σήμερα εθνοκεντρισμοί και αφέλειες παντοίου είδους, σε σημείο ανησυχητικό.

Στο κέντρο του δωματίου άναβε και έσβηνε διαρκώς ένα ηλεκτρικό καλοριφέρ· το κλίμα της Θεσσαλονίκης με τσάκιζε. Για ύπνο πήγαινα μαζί με τα πρώτα λεωφορεία στην Εγνατία, μέσα σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο καπνούς από δεκάδες Δελφούς φίλτρα. Κοιμόμουν βαθιά για 10-12 ώρες, ναρκωμένος από τη ζέστη και την υγρασία, μέσα στο καθησυχαστικό ηχητικό φόντο που δημιουργούσε το περιοδικό τακ του θερμοστάτη. Υπήρξαν φορές που έχανα το φως της ημέρας, ξυπνώντας στις έξι το απόγευμα για να ξεκινήσω από την αρχή, με τυρόπιτα, καφέ και εφημερίδα. Δίπλα στον Heidegger που προσπαθούσα απεγνωσμένα να καταλάβω όλα τα χρόνια (χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία), είχα και μια στοίβα προ-πο. Παρότι άσχετος με το ποδόσφαιρο, αποδελτίωνα τις εφημερίδες Προπογκόλ και 12Χ, μελετώντας εναλλακτικά συστήματα μεταβλητών. Δούλευα καθημερινά δύο με τρεις ώρες και την Παρασκευή το κατέθετα. Έπιασα δύο φορές 13άρι και πολλά 12άρια, γεγονός που μ’ έκανε περήφανο. Ακόμα και τώρα, πλησιάζω όποιον συμπληρώνει δελτίο και δείχνω προσποιητό ενδιαφέρον ώστε να αναφέρω, σε πρώτη ευκαιρία, τις επιτυχίες μου. Είναι και μια ασυνείδητη τάση για συμμετοχή σ’ έναν κόσμο απλών, βασικών ενστίκτων.

*



Επιχρωματισμένη επιστολή του φίλου Θ. H εικαστική επιμέλεια που έκανε ήταν απίστευτη.



Τα μπλογκ της εποχής ήταν τα γράμματα σε φίλους στην Αθήνα. Έφτιαχνα πολυσέλιδες επιστολές, γραμμένες και διακοσμημένες στη διάρκεια εβδομάδων, γεμάτες στίχους, φωτογραφίες, αποσπάσματα, εκμυστηρεύσεις, πόθους και λαχτάρες. Είχα αναρτήσει και σε περίοπτη θέση το μότο: «Σ’ έναν κρύο κόσμο έχεις ανάγκη τους φίλους σου για να μένεις ζεστός» με υπογραφή: «Savage Republic». Η απομόνωση είχε την εκτόνωσή της στην αλληλογραφία, αφού η πόλη δεν κατάφερνε να με αγκαλιάσει, να με αφομοιώσει. Οι παρέες του πανεπιστημίου, κορίτσια και αγόρια της επαρχίας που έσερναν παντού τις σημειώσεις τους, δεν ακολουθούσαν τις νυχτερινές εξορμήσεις. Προτιμούσαν τους απογευματινούς καφέδες, τις ταβέρνες, τη συντροφικότητα της σχέσης. Επιχείρησα μάλιστα κι εγώ μια τέτοια σχέση από την οποία ντρέπομαι να πω ότι θυμάμαι μόνο έναν μπλε καναπέ και το ραδιοκασσετόφωνο στο πάτωμα. Αντίθετα θυμάμαι να κουμπώνω με καμάρι το πρώτο κουμπί στο πουκάμισο και φορώντας τα τρομερά Shelly’s να θεωρώ εαυτόν μέλος των Velvet. Έπαιρνα ταξί για τα club λίγο έξω από το κέντρο, όπου πόζαρα απέναντι σε άλλους ποζάτους (ήξερα από τότε ότι η μόνη επανάστασή μου θα ήταν αισθητικής τάξεως) Ύστερα έριχνα κανένα μοναχικό χορό (με τίποτα Virgin Prunes ή Joy Division ώστε να εκπέμψω και το μήνυμα του εκλεπτυσμένου dark γούστου) ψάχνοντας εναγωνίως τα γυναικεία βλέμματα. Στο τρίτο ποτό είχα βγει off. Επέστρεφα δυστυχής και μόνος.

*



Τα περίφημα Shelly's Chelsea boots (σε κακή φωτογράφιση), που έφερε ο Ν. από το Λονδίνο. Τέσσερις άνθρωποι φοράγαμε τα ίδια, σε παραλαγές δέρματος ή σουέντ (χωρίς το μέταλο)


Από την Αθήνα είχα κουβαλήσει ένα μουσειακό αντικείμενο που κληρονόμησε ο Άρης από τον αδελφό του και μου το χάρισε γιατί έχανε πια στροφές: ένα πικάπ με ενσωματωμένο ενισχυτή και αποσπώμενα ηχεία. Η πατέντα με ένα χαρτονάκι στο κέντρο δούλεψε και έτσι μπορούσα να ακούω δίσκους- τα μισά λεφτά εκεί τα κατέθετα. Δεν ξέρω πώς θα ακουστεί αλλά ένας λόγος που με έσπρωχνε επίμονα σ’ αυτό το post ήταν για να δω μπροστά μου ξανά ονόματα που χαρακτήρισαν μια ολόκληρη εποχή αλλά με δυσκολία ανακαλώ πλέον τον ήχο τους: Αμόνγκ άδερς ήταν οι Savage Republic, Gun Club, Fall και Sisters of Mercy (η σκοτεινή πλευρά) και Rain Parade, Dream Syndicate, Green on Red και Plasticland, (οι λεγόμενοι και νεοψυχεδελικοί). Τίποτα απ’ αυτά δεν ακούγεται πια, εννοώ για λόγους εκτός νοσταλγίας. Εγώ, δηλαδή, παρότι τα αγαπώ, δεν επιστρέφω ποτέ.

*




*


Η εποχή της Θεσσαλονίκης άφησε μέσα μου κάτι που δεν μπορώ εύκολα να περιγράψω. Σχετίζεται με το χρόνο και τη διαπραγμάτευση, το διάλογο που στήνει κανείς με τον εαυτό του. Στις νυχτερινές περιπλανήσεις με τα χέρια στις τσέπες, παρακολουθώντας τη διαδοχή των γραμμών στις πλάκες των πεζοδρομίων, μόνος σε μια ξένη πόλη το καταχείμωνο, αρχίζεις να αισθάνεσαι την ίδια στιγμή ισχυρός και ανίσχυρος, θωρακισμένος και ευάλωτος. Μοιάζει με ένα παράδοξο που κατάλαβα στο στρατό: όταν βρεθείς μόνος σου σε απομακρυσμένη σκοπιά, στην παγωμένη, ασέληνη νύχτα, δεν αισθάνεσαι ακριβώς ξεχασμένος από θεούς και ανθρώπους. Αντίθετα νιώθεις όλους τους προβολείς του σύμπαντος στραμμένους επάνω σου, όλες τις κάμερες να καταγράφουν και τις ελάχιστες ψυχικές διακυμάνσεις και ακούς τη μέσα φωνή σου σαν θηρίο που βρυχάται. Εκκωφαντικά.

38 Comments:

At 3:00 AM, Blogger Rodia said...

Ε, τώρα αν ομολογήσω ότι μάζεψα για σκανάρισμα φωτογραφίες από τη "δική μου" Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσω την πόλη αυτή που γνώρισα -πολύ παλιότερα από σένα βέβαια- και ένοιωσα γι αυτήν μίσος ανάμεικτο με αγάπη, θα είναι παράξενο;

Κάτι μυστήριο συμβαίνει, το έχω γράψει και αλλού.. σαν συγκοινωνούντα δοχεία έχουν γίνει τα μυαλά όλων μας.. ή έστω μερικών..

Ελεγα να το ανεβάσω αύριο, με την ευκαιρία του χιονιού και του κρύου, αλλά θα το αναβάλλω για αργότερα.

Ευχαριστώ που με ταξίδεψες σε μια Θεσσαλονίκη που μοιάζει με τη "δική μου" αλλά δεν είναι η ίδια.

:-)

 
At 9:05 AM, Blogger Sraosha said...

Κάτι μού έκανε αυτό το κείμενο.

 
At 10:13 AM, Blogger Dark Angel said...

The Drifter, When Its Over...

Ωραία χρόνια...τα καλύτερα της Θεσσαλονίκης...τα καλύτερά μας. Μπουντρούμ,Κοκος,Παραμαουντ,Μπαναλ,
Σπλεντιτ,Ντεγκρε Ζερο,Λουκυ Λουκ,Τσαρλι...Χιλιάδες κόσμου κάθε μέρα έξω ψάχναμε τους εαυτούς μας τις μουσικές μας,τα κορίτσια μας...

Θυμάμαι τα μποτίνια στη φοτο...Πρέπει να σε ήξερα τότε...

Ωραίο κείμενο...

 
At 10:54 AM, Blogger Αθήναιος said...

Η δική μου Θεσσαλονίκη αντί για εικόνες περιλαμβάνει τις μυρωδιές που έβγαιναν απο την κατσαρόλα της γιαγιάς μου στην Ιερουσαλήμ, καθώς μαγείρευε κ μου διηγούνταν ιστορίες για την πόλη πριν από τον πόλεμο βέβαια κ τη μεγάλη καταστροφή της πόλης μας.

Έχω προσπαθήσει επανηλλημένως να γράψω ένα ποστ για την τοπογραφία της Θεσσαλονίκης μέσα από τη μυρωδιά των φαγητών της γιαγιάς μου. Γνώρισα τα πάντα για την πόλη πριν να πάω--πήγα μεγάλος,19 χρονών.Περπατούσα τους δρόμους για τους οποίους είχα ακούσει κ ξεπετάγονταν από τη μνήμη μου μυρωδιές.

Η οδός Μιζραχή μου μυρίζει πάντα τσιγαρισμένο κρεμμύδι κ τηγανητές μελιτζάνες. Η Τσιμισκή ροδόνερο κ κρέμα από το σοτλάχ βέβαια κ πάει λέγοντας.

Μέχρι τώρα δεν έχω καταφέρει να το γράψω,με παίρνει από κάτω η συγκίνηση.Εξάλλου κάθε φορά που πάω στη Θεσσαλονίκη είμαι " αλλού", κυκλοφορώ σαν ζαλισμένος. Στην οικογένειά μου το μεγαλύτερο πένθος δεν ήταν τόσο οι απάνθρωπες κακουχίες του πολέμου, όσο η οριστική απώλεια της αγαπημένης πόλης κ της ζωής εκεί.

Όμως δεν έχω καταφέρει να διαβάσω κάτι για τη Θεσσαλονίκη που έχει προσωπικό χαρακτήρα, χωρίς να συγκινηθώ.:-)

 
At 10:55 AM, Blogger Xilaren said...

πολύ όμορφη η διήγηση σου... σαν να έχει σταματήσει ο χρόνος...

Χαμογέλασα με το "Δίπλα στον Heidegger που προσπαθούσα απεγνωσμένα να καταλάβω όλα τα χρόνια (χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία)" ... Μου έφερες στο νου δικές μου στιγμές απελπισίας...

Να είσαι καλά

 
At 2:01 PM, Blogger ci said...

The Days Of Wine And Roses.. το μόνο που εξακολουθώ ν'αποζητώ πάντα από εκείνη την εποχή είναι η Ζώγια.
Κατά τα άλλα, μόλις βρεθώ Ναυαρίνο παθαίνω ό,τι έπαθα μόλις διάβασα το ποστ σου - μια γλυκειά νοσταλγία, πάντα όμως ανάκατη με την μυρωδιά των σπιτιών του κέντρου. Γι'αυτό και ίσως καταλαβαίνω καλά τον (έναν) λόγο που αναφέρεις ότι σε ώθησε να το γράψεις.

Πολύ όμορφο κείμενο, ευχαριστώ που το δημοσίευσες.

 
At 3:05 PM, Blogger ZissisPap said...

Στην Παπάφη έμενε μια θεία μου, μακρινός συγγενής από αυτούς που ποτέ δεν ξέρεις τι συγγένεια έχεις. Κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε για την Έκθεση. Τρομερό ταξίδι. Ήταν η σκέψη του χειμώνα. Οτομοτρίς και εκείνα τα απίθανα σουβλάκια με το ψωμάκι που τα ψήναν μέσα στο τρένο και η τσίκνα σε απογείωνε στο θεό. Μέσα στην φιδίσια κοιλάδα του Νέστου με φανταστικούς ήρωες του παιδικού μυαλού να τρέχουν, με χωριάτες που έστριβαν τσιγάρα από σακουλάκια με καπνό σε ότι κομμάτι χαρτί έβρισκαν. Όλη τη διαδρομή κρεμασμένος στο παράθυρο με τα μάτια να καίνε από τα σκουπίδια, τα ζουζούνια και την κάπνα. Μετά το Κιλκίς η Θεσσαλονίκη. Το μεγάλο, το πελώριο, το διαφορετικό. Ο σταθμός με κόσμο να πηγαινοέρχεται ασταμάτητα. Το κιόσκι με τα δεκάδες περιοδικά και εφημερίδες. Τα αστικά και τα δίχρωμα ταξί, η Έκθεση.

Ξαναπήγα στην Θεσσαλονίκη σαν φοιτητής.
Έφυγα τρέχοντας. Μου φάνηκε τόσο μικρή και άσχημη.
Δεν βρήκα τίποτα από αυτά που ήθελα.
Μου έμεινε μόνο η εικόνα της που είχα παιδί.
Ευτυχώς.

 
At 3:15 PM, Blogger vatraxokoritso said...

Ζήσαμε μεγάλες στιγμές δεν λέω..
Αλλά νομίζω πως έχουν όλα εξαργυρωθεί πλέον με τόση μιζέρια που παίζει στην πόλη τα τελευταία χρόνια..
Δεν ξέρω και εγώ μια έτσι είμαι μια αλλιώς..

 
At 5:00 PM, Blogger ZissisPap said...

Οι άνθρωποι της είναι το ποιόν της πόλης.
Τώρα έγιναν το πύον της.
Κάθε πόλης.
Ποιος θα καθαρίσει;
Όλοι περιμένουν το ένδοξο τέλος.
Ποιος θυμάται την αρχή;

 
At 5:09 PM, Blogger Tyxod said...

Πράγματι τα χρόνια που περιγράφεις ήταν τα καλύτερα μου στην πόλη... Ήμουν θυμάμαι, μόλις τριών...

 
At 7:46 PM, Blogger lemon said...

Thas, πρέπει να φύγω σε λίγο, κι εσύ ξύπνησες μέσα μου ένα ολόκληρο βιβλίο… καλά που δεν προλαβαίνω, αλλιώς το βλογ σου θα κινδύνευε από κατάληψη…

Ακριβώς το 84 μπήκα κι εγώ στο ΑΠΘ, όμως από την άλλη μεριά από σένα : έκλαιγα τη μοίρα μου που δεν πέρασα σε άλλη πόλη (!) κι έπρεπε να μένω με τους γονείς μου, με λυπόμουνα που δεν μπορούσα να ζήσω την θαυμάσια (!) φοιτητική ζωή που περιγράφεις εσύ εδώ…
Οι νέες μου γνωριμίες από άλλες πόλεις ξενυχτούσαν συζητώντας, κάπνιζαν, είχαν ραδιοκασετόφωνα στο πάτωμα (θυμάσαι τους πάγκους με τις κασέτες στη Λέσχη?) κι εγώ έπρεπε να γυρίσω σπίτι ενώ άφηνα τους υπόλοιπους στο Λούκυ Λούκ και το Φοξ…

Επίσης έχω να σου πω ότι εμένα μ’ αρέσει πολύ η Θεσσαλονίκη του κέντρου-είναι η πρώτη ΖΩΗ (ακριβώς έτσι, ζωή με κεφαλαία) που έζησα. Κυρίως γιατί την περπάτησα πάνω κάτω (πλατεία Ελευθερίας-Λευκός Πύργος) σχεδόν καθημερινά, χέρι με χέρι με τον τότε φίλο μου και μετά (τώρα πρώην) άντρα μου…
Το Κύτταρο με πικρό νες καφέ, η παραλία με ομίχλη, το Αιγαίο κι έξω να χιονίζει, το Αχίλλειο με τις κίτρινες πλαστικές ταπετσαρισμένες καρέκλες και τα χρυσαφιά φλυτζάνια του καφέ, το Πένυ-Λέιν στην Κορομηλά, το Εναλάξ στη Λώρη Μαργαρίτη, το Τζούγκ Μπόξ στο Ναυαρίνο…βλέπεις, εγω ως Θεσσαλονικιά περνούσα τις μέρες μου στο δρόμο και στους καφέδες, γιατί δεν είχα τον δικό μου χώρο να απομονωθώ στο σπίτι μου (και δεν ήθελα και να τους βλέπω τότε τους γονείς μου, δεν είχα καταλάβει ότι ο χρόνος που θα τους έχω είναι πεπερασμένος και πρέπει να τον εκμεταλλευτώ όσο τον έχω…).

«Δεν ξέρω πώς θα ακουστεί αλλά ένας λόγος που με έσπρωχνε επίμονα να απαντησω σ’ αυτό το post ήταν για να δω μπροστά μου ξανά ονόματα που χαρακτήρισαν μια ολόκληρη εποχή αλλά με δυσκολία ανακαλώ πλέον τον ήχο τους».
Ευχαριστώ πολύ Thas-το καταευχαριστήθηκα!!

 
At 7:49 PM, Blogger lemon said...

Rodia, κι εγώ την έχω την απορία σου? Τι συμβαίνει? Πάντως ότι μυστηριώδες και να συμβαίνει, είναι θαυμάσιο, έχει γεμίσει η ψυχή μου αυτές τις μέρες που είμαι εδώ…
Την περιμένω και τη δική σου Θεσσαλονίκη, να ξέρεις..

 
At 8:46 PM, Blogger Dark Angel said...

This comment has been removed by a blog administrator.

 
At 9:02 PM, Blogger Mirandolina said...

Τα ίδια χρόνια (και κάτι), στην ίδια πόλη, τρελλός χορός.

[Που ήσουν; Από το πρωί το σκεφτόμουν - μα, που ήσουν, Θας; γιου νοου χάου του ουισλ, ντοντσα;]

 
At 10:23 PM, Blogger thas said...

Είναι τόσο πλούσιο το συναίσθημα και τόσο ζωντανή η προσωπική εμπλοκή του καθενός σας με την πόλη και τη μνήμη της, που…τι να προσθέσω εγώ... Ευχαριστώ πολύ τον καθένα ξεχωριστά που καταθέτει τη δική του προσωπική ιστορία, με αυτή την έκδηλη συγκίνηση. Θα μπορούσε να στηθεί ένα «θεματικό» μπλογκ, που θα το ονομάζαμε ας πούμε «Η δική μου Θεσσαλονίκη» και με ανοιχτό password θα κατέθετε ο καθένας τη δική του ιστορία. Αλλά τι λέω, αυτό γίνεται ήδη στο taxi. Τέλος πάντων. Οι ιστορίες βιωμάτων είναι πάντα συναρπαστικές. Ρωτάς Μιραντό πού ήμουνα και ο Drkangel υποθέτει ότι μπορεί να με ήξερε. Φυσικά, όλοι εκεί ήμασταν, όπως ας πούμε το προηγούμενο Σ/Κ ήμασταν (εγώ πάντως ήμουνα) σε ένα πάρτυ με δεκάδες «δικούς» μας ανθρώπους, δεκάδες διασταυρούμενες ευαισθησίες, όπως ήμασταν μαζί με άλλες εκατοντάδες ή και χιλιάδες «δικούς» μας ανθρώπους στον Θανάση ή στον Αγγελάκα ή στους Cure ή στην Patti Smith... Στο μπαρ, Μιραντό, ή και κάπου αλλού, τυχαία, σε μια ουρά στον ΟΤΕ για παράδειγμα, θα κοιταχτούμε ξανά αλλά πάλι δεν θα καταλάβουμε τίποτα, όπως δεν καταλάβαμε ποτέ μέχρι τώρα. Ή, μπορεί και να καταλάβαμε, ποιος ξέρει. Ποιος το ξέρειειειιι, αν μας βρει μαζί και τ' άλλο καλοκαίριιιι...

Μεράκλωσα τώρα. Έτσι μου ’ρχεται, μετά από τόση ανατροφοδότηση, να πάω να ποστάρω. (Μηηη, thaaaaas, μην κάνεις καμιά τρέλα!)

Τουλάχιστον να τραγουδήσω κάτι εύκολο:

When you smile, I don’t know what to do
Cause I could lose everything in a minute or two
And it seems like the end of the world
When you smile…

 
At 11:10 PM, Blogger Eιρήνη said...

Μοιάζω τόσο με τη lemon!!

Ωσάν kίτρο με πολύ Λωτό.
(ο μπάρμαν του είναι ακόμα εκεί - το κατέχει πλεόν - εμένα πάντως με θυμήθηκε 20 χρόνια μετά κι άς έκοψα και το θάμνο...δοκιμάστε μια επίσκεψη).

20 χρόνια πρίν 20 χρόνια μετά.......

Μovie Movements in Salonica

 
At 2:08 AM, Anonymous Anonymous said...

Τη ζήλεψα πολύ τη Θεσσαλονίκη σας. Οι συμμαθητές έφυγαν όλοι από το νησί συνεννοημένοι για εκεί - κι εγώ το εξυπνοπούλι πήγα στις πρωτεύουσες, μόνη.
“Κάτι μού έκανε αυτό το κείμενο”, καλά το είπε ο sraosha.
«Το σημάδι μιας άνευ όρων παράδοσης»! Αυτός ο τίτλος...Κουδούνιζε στο αυτί μου για καιρό αφού το είχα διαβάσει. Και μια και ανέφερες και τους Joy Division, και μέσα σε αυτή τη διάθεση που βούτηξα, έψαξα πρώτη φορά και βρήκα ολόκληρους τους στίχους του Atmosphere:
Walk in silence
Don't walk away in silence
See the danger - always danger
Endless talking - life rebuilding
Don't walk away

Walk in silence
Don't turn away in silence
Your confusion - my illusion
Worn like a mask of self-hate
Confronts and then dies
Don't walk away

People like you find it easy
Naked to see - walking on air
Hunting by the rivers
Through the streets, every corner
Abandoned too soon
Set down with due care
Don't walk away - in silence

 
At 9:45 AM, Anonymous Anonymous said...

Το Παρλαράμα και τις τρελές του νύχτες δεν το πρόλαβε κανείς; Χρυσή- φωτεινή εποχή, από τότε η πόλη μου κάπως μελαγχόλησε

 
At 3:32 PM, Blogger lemon said...

Ναι, το Πα-ρα-ρλά-μα είχε απαράδεκτο κλιματισμό (μάλλον δεν είχε καθόλου...) και δεν μπορούσα να πάρω ανάσα απο τον τσιγαροκαπνό, αυτό μούμεινε δυστυχώς πολύ έντονα, αλλα οι Blues Wire (τότε gang) ευτυχώς παραμένουν ακόμα...

 
At 8:18 PM, Blogger Mirandolina said...

(Κι ο Ζάικος, Λέμον - τι παλληκάρι καλό! Νταξ, το λέω και λίγο εγωιστικά, γιατί δε μου χάλαγε χατήρι. Σουητ χοουμ Σικάγο - δη μπλουζ μπράδερς αρ χηαρ μεν! Ξέραμε με το Γ. όλο το χορευτικό απέξω. Όλο.)

Θας, σκέφτομαι από χτες. Που είμαι της αυτόματης γραφής, με ξέρεις, αλλά μου βάζεις δύσκολα. Κατέληξα τελικά. Αύριο πάω να φτιάξω μπλουζάκι "Im looking for Thas". Θα το φοράω στις συναυλίες. Θα μου μιλήσεις αν το δεις, πάει;

 
At 3:52 AM, Blogger lemon said...

Επίσης (Mirandolina) αν και δεν είμαι καθόλου της αυτόματης γραφής,, ούτε πάω σε συναυλίες, η ιδέα σου με το μπλουζάκι μου άρεσε πολύ! Αμα δω τον Thas θα καταπιώ τη γλώσσα μου, αλλά ένα φιλί και μια αγκαλιά θα του ρίξω-αυτόματα.

Πάνο, το Ινγκλις, ναι,ναι,ναι, που το θυμήθηκες?? Θυμάσαι εκείνη τη χρονιά (μάλλον το 86 ή 87 ήτανε), που στόλισαν εντελώς ιδιαίτερα την πόλη για χριστούγεννα, με κάτι περίεργα γλυπτά-φωτιστικά?? Είχε έναν τέτοιο στολισμό η πλατεία που ήτανε το Ιγκλις, παγωνιά, και ο πολύχρωμος φωτισμός να απλώνεται μέσα στην ομίχλη, όνειρο…
Και το Μακεδονικό-στο σημείο που κάνει μεταβολή το 23 (!), με τα θαυμάσια αμελέτητα (!)…

Και, αμάν βρε Πάνο…αυτοί οι φοιτητές και οι χασομέρηδες όμως είναι που έχουν χρόνο για ενδοσκόπηση και κάνουν κανονική ζωή-με την κανονική σημασία της λέξης, βλέπουν τις εποχές να αλλάζουν και τον χρόνο να περνά, όχι σαν εμάς που χάνουμε ώρες ύπνου και χαλάμε τα ματάκια μας εδώ, με τις ώρες, να ενδοσκοπούμε μεταξύ μας διότι δεν δυνάμεθα αλλιώς…

Μπά, δεν νομίζω ότι η πόλη έχει μειονεκτήματα ή πλεονεκτήματα, είναι απλά σαν κάθε μεγάλη πόλη. ΕΜΕΙΣ είναι που αλλάξαμε και έχουμε άλλες ανάγκες. Υπάρχει η εποχή του φοιτητεύειν και του ενδοσκοπείν, με πλεόνασμα χρόνου και διάθεσης για γνωριμίες, αλλά με έλλειψη αγαθών , υπάρχει επίσης και η εποχή του δουλεύειν και βολεύειν, όπου έχεις μέν το σπιτάκι σου, το αυτοκινητάκι σου, τη δουλίτσα σου, την οικογενειούλα σου, τη ζεστούλα σου, αλλά χρόνο? Διάθεση? Κουράγιο?

 
At 4:05 PM, Blogger ci said...

Τζότζος και Μπλε Παράθυρα!! Τελικά δες πόσα έχουμε (ψιλο)ξεχάσει..

 
At 7:53 PM, Blogger Mirandolina said...

Τα ίνγκλις δεν ήταν δύο, Πάνο; Η Δόμνα, ο Τζότζος, το Μακεδονικόν, ναι.

Λίγο, όμως. Στα ελληνικά είμασταν ιδιοκατασκευή. Μαζευόμασταν σπίτι. Είχαμε καλή μπάντα :-) Βγάλαμε αστέρια μουσικούς απ την παρέα - το Χρίστο το Συκιώτη, το Γιώργο το Φραντζολά... Και καταπληκτικοί άνθρωποι. Να λες Δόξα που τους γνώρισες.

Λεμον, θα σου κάνω μπλουζάκι δώρο, πάει κι τελείωσε.

 
At 8:50 PM, Blogger thas said...

Σιγά κορίτσια, με το μαλακό. Με τόση συγκίνηση δεν θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε. Σκέφτομαι το δικό μου μπλουζάκι να γράφει:

No Johny Cash
Not even Thas!
will ever be the answer.
(but I forgot what the question was about)

Eναλλακτικά, κάτι πιο λιτό και τοπικιστικό:
Μιραντολίς, πατρώα γης.

Προς το παρόν, ψάχνω να βρω κατάλληλη απάντηση, σε υποτιθέμενη κλήση σου. Αλλά επειδή μπορεί να μου πάρει χρόνια...

Τη lemon μην τη μπλέκεις, δεν θα τα βγάλει πέρα. Έχει νεογέννητο blog να θρέψει και ήδη κατάπιε τη γλώσσα της στην προοπτική να πέσει πάνω στο βουνό thas.

(Ωρέεε λαλούοοούν, αδηδόόνια
και πουλιά μωρ' βλάαάχαααα.)

(Παίξε παίξεεε, μικρούλιιι
γίνε άντρας, μικρούλιιι...)

 
At 12:23 AM, Blogger Mirandolina said...

:-)))

ΘαςΚας που δεν το χα σκεφτεί με το μπλουζακι νωρίτερα (ελπίζω να μη προσβληθούν οι λαρισσαίοι, μόνο)

 
At 5:08 PM, Blogger Kevlarsoul said...

This comment has been removed by a blog administrator.

 
At 5:10 PM, Blogger Kevlarsoul said...

----Και, αμάν βρε Πάνο…αυτοί οι φοιτητές και οι χασομέρηδες όμως είναι που έχουν χρόνο για ενδοσκόπηση και κάνουν κανονική ζωή-με την κανονική σημασία της λέξης, βλέπουν τις εποχές να αλλάζουν και τον χρόνο να περνά,---

Το είπε σωστά η Lemon. Βλέπουν τις εποχές να αλλάζουν... τυχεροί... όσο μοναχική η δύσκολη μπορεί (και μπορεί πολύ) να γίνει η φοιτητική ζωή σε μια άλλη πόλη, είναι γλυκιά η μελαγχολία των αναμνήσεων της.
Το έγραψε ο Θας, τέλεια όπως πάντα. Μας μετέφερε σε έναν ακίνητο (ναι) χρόνο, με μουσική δικιά του και soundtrack (αχ οι gun club...)
Oι περιγραφές του Θάς, μια σειρά από φωτογραφίες. Πότε κρυφές να κοιτάνε προς τα έξω, πότε να ψάχνουν για κάτι να πιαστούν. Και τέλος αυτές οι απότομες, σοκαριστικές, φωτογραφίες της ψυχής. Η ποίηση μπορεί να έχει κακό κλίμα, υγρασία καιβρεμένους άχαρους δρόμους όπως η Εγνατία τα φθινοπωρινά πρωινά.
Η ποίηση κυνηγά τους φοιτητές στις πιο δύσκολες στιγμές τους. Ο ακάλυπτος που περιγράφει ο Θάς πρέπει ακόμα να είναι ένα default ντεκόρ στα παραθυρόφυλλα των φοιτητών. Με την ασχήμια και την μιζέρια που αποπνέει, ποιος ξέρει τι σκέψεις γεννάει, γεννούσε και θα γεννήσει. Λίγες από αυτές τις σκέψεις, μας έστειλε με χρονοκαθυστέρηση ο Θάς, να αποδείξει ότι οι λεπτομέρειες μιας ζωής μπορούν να συγκινήσουν και τους ασυγκίνητους ακόμα. Ακόμα κι αν έχουν Kevlar oi ψυχές τους ο Θάς θα τις διαπερνά. Πέρα ως πέρα.

 
At 5:15 PM, Blogger lemon said...

(Mirandolina, ένα μπλουζάκι στον Kev, παρακαλώ!!)

 
At 6:06 PM, Blogger talos said...

Είχαν μπει πολλοί και καλοί φίλοι πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη την εποχή που λες κι ανέβαινα πάνω κάθε τρεις και λίγο (κάθε που έβρισκα πέντε φράγκα δηλαδή) και όσα γράφεις μου θυμίζουν πολλά... Joy Division, Gun Club, Fall, Dream Syndicate, Green on Red οι βασικές αναφορές είναι παρεμφερείς... Αλλά εγώ στην Θεσ/νίκη έμαθα τον Άλαν Βέγκα (στο Berlin πρώτη φορά) και διαποτίστηκα από Κράμπς. Βελτίωσα τις τεχνικές του χορού καθώς αναπηδούσαν οι συγχορευτές μου από πάνω μου και κατεπάνω μου. Επίσης κατάλαβα ότι αυτό που σέρβιραν ως πατσά στην Αθήνα είναι μια μαλακία και μισή. Σημαντικά πράγματα δηλαδή που με συνοδεύουν ως σήμερα στην ζωή μου.

Αυτό που λέει και ο Πάνος όμως... Κάτι κακό πρέπει να συνέβη όμως στην πόλη έκτοτε... Οι περισσότεροι ντόπιοι που γνώρισα τότε, είναι ή Αθήνα, ή έξω, ή νεκροί. Δεν ξέρω αν μπορούν να μας διαφωτίσουν οι Θεσσαλονικείς - έχω κάποιες οικονομικοκοινωνικές θεωρίες, αλλά δεν τις πολυπιστεύω ούτε ο ίδιος.

 
At 9:25 PM, Blogger Alpha said...

1)Αυτό είναι φοβερο γράψιμο. Πιο μεσά και πιο κατευθείαν στην ψυχή σου δεν θυμάμαι να χεις ξαναπάει.
2)Παράτα την αυτολύπηση. Ειναι όμορφα έκει έξω.
3)i m not easy - i know.(ουτ εγώ τ ακούω πια)
4)σ άρεσαν πότε οι waterboys? αυτός φίλε, ξέφυγε.Αλήθεια σου λέω. Αν μπορούσε να διαβάσει το κειμένο σου είμαι σίγουρος ότι θα σε κυτούσε γελαστά και θα σου λέγε
That was the river.
This is the sea.

 
At 10:42 PM, Blogger thas said...

Βρε σεις, Kevlar και mosaic, να πω ότι δεν μ’ ευχαριστούν τα λόγια σας θα ήταν ψέμα. Ας μην υπερβάλλουμε όμως γιατί μία με τα μπλουζάκια και μία με τα (υμνητικά) λογάκια, ξεφύγαμε του σκοπού της επισκέψεως. Άσε που με τόσο θυμίαμα (πυκ(ι)νοί καπ(ι)νοί με κατακλίζουν) κρύβεται και το κείμενο. Θενκ γιου ντίπλυ, πάντως.

Talos, με τους Suicide είχα κολλήσει κι εγώ. Μια καρδιακή φίλη μου μάλιστα, την άφησα Φθινόπωρο στην Αθήνα και τη βρήκα Άνοιξη, στην ίδια θέση, να ακούει τον ίδιο δίσκο (αυτός που κυκλοφορούσε στην Ελλάδα, με τον Martin Rev, νομίζω ο πρώτος τους). Α, μου λέει, ξέρεις πώς είμαι εγώ όταν αγαπάω! Το ίδιο κάνει και σήμερα, παίρνει ας πούμε τον Moby και τον ακούει 7248 φορές. Ύστερα βγαίνουμε, πάμε σε τυχαίο μαγαζί που παίζει λάτιν ή Μητροπάνο (λέμε) και αμέσως πετάγεται στον dj: Μήπως υπάρχει Moby; Είναι φοβερή και αν με διαβάζει της στέλνω ένα φιλί. (ναι pixie μου, για σένα μιλάω)(και να σου πω ότι στο Berlin που λέει ο Μιχάλης έχουμε ξεσαλώσει μαζί- δεν το θυμάσαι βέβαια, γνωστά πράγμτα αυτά)
Οι Κράμπς είχαν το fun και τη ροκαμπίλυ φαντασμαγορία αλλά δεν έδωσα συνέχεια γιατί σπίτι κάνανε πολλή φασαρία. Είχαν τρομερές εισαγωγές βέβαια, που σε πέταγαν ψηλά.

Konstantine, καλωσήρθες. Μακάρι να ψυχαναλυθούμε όλοι εδώ μαζί με τον blogger. Συμφέρει από κάθε άποψη, γνωρίζεις μάλιστα και κόσμο. :-)

 
At 2:21 PM, Blogger QarcQ said...

Γλυκιά Thassaloniki...

 
At 12:51 AM, Blogger FUFUTOS said...

Πολύ όμορφό κείμενο!
Και πολλές "θύμησες" (για το ποιητικότερον του πράγματος).
Και στέκια στην παραλία (παλιό Αχίλλειο, παλιό Ματζέστικ-Αιγαίο κλπ, και Παύλου Μελά (ντε-φάκτο, Ερωδός) Ηλιοτρόπιο στη Βύρωνος, Αλέα στην Ισαύρων, στη ναυαρίνου καφε-αστόρια και γαλέριος...
Και φοξ και μπερλίν και πένυ-λέιν και κιχώτης και λούκυ-λουκ και φλού και (παλιό) ντορέ.
Και παγωτά Ωραίας.
Και μακεδονικό (με τα αμελέτητα) και ιγκλις, και οινομαγειρείο και φαλάκρας και δόμνα και σουτζουκάκια του κοσμά. Και τήνελλα και παρλαράμα
και μητρέντζης και ζερβουδάκης και πρατσινάκης και αγάθωνας και λίγο αργότερα υψηλόν βολτάζ με άγαμους...
και έσπερος και μακεδονικόν και ανατόλια και βακούρα και εγνατία και φαργκάνη...
και β'εξώστης
και το περιοδικό εξώστης του Τάσου
Και κατώι του βιβλίου, (παλιός) ραγιάς. Και πάτσης, μπλοου-απ, στέρεοντισκ
και το ξημέρωμα κουλούρια (πάνω από τη φαργκάνη), μπουγάτσα στην (παλιά) δωδώνη, πατσάς στον Ηλία ή απέναντι εγνατία με μενελάου (αρχισα να ξεχνάω γμτ)...

---
Ο Χασιώτης δεν έκλεισε, μετακόμισε 300 μέτρα. Θα τον βρείς στην Πατρ.Ιωακείμ (από το σινέ Εγνατία στην Εγνατία) λίγο κάτω από την Εγνατία

 
At 11:28 AM, Anonymous Anonymous said...

Μ αυτά τα 35 σχόλια, καταθέσεις ή ό,τι τελοσπαντων,
φαίνεται καθαρά για τι διψάει η ψυχή του ανθρωπου...Ωραίο το κείμενο και μου "θύμισε" ένα άλλο που μου το περιέγραψε ο Θ. με τετοιο τρόπο που είναι σα να το διάβασα. Μιλούσε, λέει, περι του φωτός πώς χτυπούσε στον απέναντι τοίχο κι έμπαινε στο δωματιο σου κλπ. Με πολλή συγκίνηση μου είπε κάποτε ότι ήταν εξαιρετικό το κείμενο και τον είχε συγκινήσει πολύ.
Από παλιά είχε αρχίσει ό,τι κάνεις τωρα...

 
At 3:47 PM, Anonymous Anonymous said...

Thas αγάπη μου! Σματς!!! Δεν θυμάμαι τίποτε απ όσα λές αλλά είμαι σίγουρη ότι έχεις δίκιο. Αν σε χάσω θα χαθεί κι η Ιστορία μου, γι αυτό πρόσεχε σε παρακαλώ, να σκεπάζεσαι καλά τώρα που ήρθαν και τα κρύα.

 
At 11:14 AM, Blogger Alkyoni said...

Μπλέ παράθυρα....απέναντι στις φοιτητικές εστίες...
το Χάραμα;;;;;;;
Ειλικρεινά πώς βρέθηκαν μερικοί και γράψαν πως ΄μπόρεσαν να νιώσουν ταυτόχρονα αγάπη και μίσος γι αυτή την πόλη την πόλη μας;;
Μόνο αγάπη νοσταλγία ταιριάζει.

 
At 6:52 PM, Anonymous Anonymous said...

Νομίζω ότι μιλάμε για μια τέλεια πόλη για ένα φοιτητή.Καλές σπουδές (για το μετά δεν θα το συζητήσω...), μπαράκια, βόλτες, κινηματογράφους κτλ. Αυτό πάντως που μού έχει μείνει είναι ότι νιώθεις ότι η πόλη είναι μια ζωντανή προσωπικότητα που εκφράζεται μέσα από πολυποίκιλους ήχους και διάφορες γεύσεις καφέ,άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο και χειμώνα.Μπορεί να περάσεις πολές φορές από ένα μέρος π.χ Ναυαρίνο και να νιώσεις ότι για πρώτη φορά πέρασες από εκεί. Ωραία, πράγματι, χρόνια που μένουν για πάντα χαραγμένα στην ψυχή μας...

 
At 6:53 PM, Anonymous Anonymous said...

Salonika for ever...

 

Post a Comment

<< Home