vita moderna

kisses, tears & psychodramas

22.6.06

H Ρουφίνα Σίλιτζη

Η δική μας διαπραγμάτευση στους "Σκοτεινούς, ατελέσφορους, γελοίους έρωτες του καλοκαιριού" του ξενοδοχείου, είχε περισσότερο pop χαρακτήρα· διαπιστώνω φλυαρία εκ των υστέρων. Εξού και θαυμάζω αντανακλαστικά τη δωρικότητα του Θανάση Βαλτινού. Το φινάλε του διηγήματός του (που μεταφέρω αποσπασματικά), θα μπορούσε να αποτελεί τη δική του ακούσια συμμετοχή.

*


Ως ωραίοι οι πόδες
της ευαγγελιζομένης την αγάπη
της ευαγγελιζομένης τον έρωτα


Παναγής Πετάτζης. Το 1936 γιόρτασε τα 24α γενέθλιά του. Είχε μόλις επιστρέψει από την Ιταλία, γεωπόνος. Αυτός έφερε την πρώτη μοτοσυκλέτα στο νησί. Δεκαέξι χρόνια μεγαλύτερός μου. Και εγώ Παναγής Πετάτζης. Απλή συνωνυμία, που δηλώνει πάντως κάποια μακρινή συνάφεια. Ο παππούς μου τους αποκαλούσε σφετεριστές. Ποτέ δεν εξήγησε τι σφετερίστηκαν. Πιθανόν το όνομα. Επί 300 χρόνια μόνο μια γυναίκα από τη δική μας οικογένεια πήγε σ’ αυτούς.
«Αυτοί από εκεί». Ήταν μια άλλη προσωνυμία τους. Ήσαν υπερόπτες.

[Στο γενεαλογικό δέντρο του αφηγητή συναντούμε και τον όσιο Μανουήλ. Θυμάται τις λιτανείες που γίνονταν στη μνήμη του, στην ηλικία των 6 ετών]:

Έκανα όλη τη διαδρομή των τριών ωρών πεζή κρατώντας τη μητέρα μου από το φουστάνι. Εκείνη κουβαλούσε τη δίχρονη Ρωξάνη στην πλάτη της. Τον επόμενο χρόνο μας άφησε. Ακολουθούσαμε τον κλήρο σε κάποια απόσταση, και για τους επισήμους η λιτανεία κατέληξε σε ένα μικρό υπαίθριο τσιμπούσι οργανωμένο από το Επισκοπείο. Περιγράφω τον χώρο από μνήμης. Το κεφαλάρι του νερού είχε στερέψει σχεδόν, αλλά τα τεράστια πλατάνια που σκέπαζαν το μικρό εκκλησάκι έθαλλαν ακόμη και θρόιζαν στις μεσημεριανές ελαφριές αύρες. Τόπος αναψύξεως.

Ένα στενόμακρο ξύλινο τραπέζι ήταν στρωμένο στον ίσκιο τους. Η μητέρα έδωσε τη Ρωξάνη στον πατέρα και πατώντας σ’ έναν μικρό πέτρινο πάγκο προσπάθησε να ισιώσει τις σκονισμένες μεταξωτές κάλτσες της. Μια κίνηση ασυναίσθητης ίσως κοκεταρίας. Έβαλε τα χέρια κάτω από το φουστάνι ανεβάζοντάς τα, εναλλάξ, πάνω προς τους μηρούς της. Μέσα από αυτούς τους μηρούς είχα γλιστρήσει στη ζωή. Τα παπούτσια της με τα τετράγωνα στέρεα τακούνια και τα κουμπωμένα λουράκια ήταν καταγδαρμένα. Τέτοιες λεπτομέρειες καίνε ακόμα. (…)

[Επιστροφή].

Είμαι ο τελευταίος Παναγής Πετάτζης. Θα πεθάνω άκληρος. Υπάρχει μια πιο σκληρή λέξη για αυτό. Μαγκούφης. (..). Φυσικά, είναι και οι άλλοι Πετάτζηδες: αυτοί «από εκεί». Τώρα καταλαβαίνω τον ανομολόγητο φθόνο του παππού μου. Άτρωτοι εκείνοι από τέτοιες λεπτότητες πνεύματος κραταιώθηκαν και κυριάρχησαν.
Ο «από εκεί» Παναγής μετά την επιστροφή από Ιταλία επιδόθηκε στον εκσυγχρονισμό της επικράτειας που είχε ήδη ετοιμαστεί γι’ αυτόν.

[Ενόχλησε τα τοπικά ήθη αυτή η στάση, αλλά εκείνος τους αγνόησε όλους]:

Πιθανότατα γλένταγε τον σάλο που ξεσήκωναν οι ενέργειές του. Ύστερα παντρεύτηκε τη Ρουφίνα Σίλιτζη.
Τη Ρουφίνα. Επικίνδυνη ομορφιά. Την έβαζε πίσω στη μοτοσυκλέτα του ως τρόπαιο και διέσχιζαν τα χωριά για να κατεβούν στο λιμάνι.
Το 1944, μεγάλη Παρασκευή, τον βρήκαν μέσα στο αίμα του. Πεσμένο στην πόρτα του σπιτιού του. Λένε ότι τον έσφαξε εκείνη. Για τις απιστίες του. Άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτό το έκανε ο τοπικός ΕΛΑΣ. (…)

Πηγαίνω κάθε καλοκαίρι στο νησί για μερικές εβδομάδες. Όχι πάντως τον Αύγουστο. Τα μελτέμια με ενοχλούν. Πιστεύω ότι ο Σεπτέμβρης είναι ο καλύτερος μήνας. Τότε άλλωστε έχουν αποσυρθεί και οι ορδές των εισβολέων. Οι παλιοί σκυρόστρωτοι δρόμοι που συνδέουν τα χωριά τώρα έχουν ασφαλτοστρωθεί. Έχουν διαπλατυνθεί επίσης.
Σ’ αυτούς τους δρόμους έτρεχε με τη μοτοσυκλέτα του ο Παναγής «από εκεί». Υπολογίζω ότι εκείνη η θρυλική του ταχύτητα, που τρομοκρατούσε μωρά και κοτόπουλα στα χωριά από τα οποία περνούσε, δεν μπορεί να ήταν μεγαλύτερη από 50-60 χιλιόμετρα. Κάποτε ο πατέρας μου μου είπε γι’ αυτόν: Ήταν μια μετριότης.


[Και η έξοδος]:

Το μονοπάτι ως σύνορο έχει χάσει πια τη σημασία του. Δεν ορίζει τίποτα. Αυτό μου δημιούργησε κάποια μελαγχολία. Ό,τι έχει μείνει από τις μεγάλες εκτάσεις της οικογένειας είναι ένα μέρος του πρώην ελαιώνα χαμηλά και το σπίτι στο λόφο με τα δέκα περίπου μαντρωμένα στρέμματα.
Αλλά και για τους «από εκεί» τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Οι γαίες τους δεν έχουν κατατμηθεί, αλλά παρακμάζουν ακαλλιέργητες. Περίπου αδέσποτες, με τους κατακτητές να καραδοκούν. Προσπάθησα να διασκεδάσω τη μελαγχολία μου, χωρίς αποτέλεσμα.
Στο ύψος του Πύργου των «από εκεί» ένιωσα να με παρακολουθούν. Σταμάτησα και γύρισα απότομα πίσω. Στην αρχή δεν την είδα. Και όταν την είδα δεν την αναγνώρισα. Δεν ήξερα καν ότι ζούσε ακόμη. Αλλά ήταν αυτή. Η Ρουφίνα Σίλιτζη. Έστεκε ανάμεσα στις γέρικες δαψιλέες μυγδαλιές, ψηλή και συρρικνωμένη, ένα γερασμένο όρνεο που περιμένει να πεθάνει από ασιτία, επειδή το ράμφος του έκλεισε.
Η Ρουφίνα Σίλιτζη!
Η εικόνα αναδύθηκε μέσα μου ακαριαία: Εγώ βρέφος στην αμμουδιά και εκείνη να έρχεται από τη θάλασσα περιπατώντας επί των υδάτων. Βγήκε έξω, μέσα στην αποθέωση της γύμνιας της, χωρίς να μου δώσει καμιά σημασία. Ήταν αυτό που δεν μπόρεσα να αντέξω ποτέ. Άρχισα να κλαίω και το κλάμα μου την ενόχλησε. Με κοίταξε με τον ίδιο κακό τρόπο όπως τώρα και, σκεπάζοντας με τις παλάμες της το ανθισμένο εφήβαιό της, μου γύρισε τις πλάτες και απομακρύνθηκε με τον βασιλικό της τρόπο.
Σχεδόν εβδομήντα χρόνια από τότε.

*



[Οι φωτογραφίες από τη θρυλική Ευδοκία του Δαμιανού]

[Το διήγημα του Θ.Βαλτινού, από τον τόμο "Εθισμός στη νικοτίνη", εκδ. Μεταίχμιο]]

15 Comments:

At 9:36 AM, Blogger kukuzelis said...

Πολύ καλός ο Δαμιαν...συγγνώμη ο Βαλτινός. Δεν κατάλαβα τι σου θύμισε την Ευδοκία. Αλλά εκείνη η ιστορία, της Ευδοκίας, είχε, ας πούμε, χειρότερο τέλος.

 
At 10:16 AM, Blogger thas said...

Α, τίποτα περισσότερο από τις βόλτες με την παλιά μοτοσυκλέτα. Ήταν αισθητικού τύπου η παράθεση της Ευδοκίας, όχι νοηματική.

Ζδιν τώρα τουφλί.

 
At 5:27 PM, Blogger Old Boy said...

Γκούφη, σχοινάκια, μακάρι να 'ταν έτσι η φλυαρία :)

 
At 6:23 PM, Anonymous Anonymous said...

Συμφωνώ. Πολύ ζωντανό και ζουμερό το "Αχ βασανάκια".Είστε πολύ πονηρούλης εσείς κε Θας.

 
At 10:49 PM, Blogger Ελένη said...

Αχ κύριε Θας μου τί είναι αυτά που λέτε τώρα, με τσαντίσατε. Μόνο στο Γκούφη πάνω στην πετσέτα συμφωνούμε εμείς οι δύο τελικά και ίσως στις γόβες στα πλακόστρωτα αν και εγώ δεν πάω σε μέρη όπως η Ανάφη, mon dieu, δηλαδή.

Δεν είναι δωρικότητα αυτό που βλέπετε στον Βαλτινό. Φολκλόρ είναι του στυλ γεωργιανά μπαλέτα, από αυτά που έδιναν παραστάσεις στο Βεάκειο την πρώτη περίοδο του αγριο-ΠΑΣΟΚ και όλοι οι χωρικοί θαύμαζαν το χορό της Σημύδας λες και έβλεπαν τη Συλβί Γκυγιέμ.

Τα σκέφτομαι και πέφτω σε τρανς. Ο Βαλτινός κάτι μας είπε στο" Συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη" και αυτό στο πρώτο βιβλίο μόνο.

Το δικό σας είναι απείρως καλύτερο(δεδομένου του θέματος που πραγματεύεται) και no-kidding τώρα.

 
At 12:03 PM, Blogger thas said...

Κοιτάξτε Ελένη. Εμένα με συμφέρει. Μακάρι να συντάξετε και επιστολή προς τους εκδότες- το Μεταίχμιο δεν είναι κακή περίπτωση -και να τους υποδείξετε προς τα πού να κοιτάξουν. Αχ δεν ξέρετε τι ωραία που τα λέει ο κύριος Θας μας, να τους πείτε. «Να δείτε ένα ωραίο με τον Γκούφην που έχει φτιάξει τελευταία. Σας προτείνω να περάσετε από τα βάσανα του Εμφυλίου στα βασανάκια της Καιτούλας. Θα ιδείτε μεγάλη διαφορά στη διάθεση»

Κατά τα άλλα, αν συμφωνείτε ότι ο Θ.Β. ανήκει στους μείζονες δεν έχω αντίρρηση να προχωρήσουμε σε αποκαθήλωσή του. Αλλά πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να συζητάμε.

Στο διήγημα που μετέφερα κολοβωμένο δεν βρίσκω φολκλόρ μπαλέτα. Αντίθετα βλέπω μια γλώσσα κατακτημένη, προσωπική, χωρίς ίχνος αισθηματολογίας. Η συγκίνηση είναι εδώ προϊόν απόκρυψης.

Μια πρόχειρη αλίευση κριτικών για το συγκεκριμένο βιβλίο:

Ο αισθησιακός Βαλτινός, από τη Μάρη Θεοδοσοπούλου.

Ένα σύντομο σημείωμα από τον Β.Χατζηβασιλείου

Ψηφίδες μιας σκληροτράχηλης ζωής, από τον Κώστα Παπαγεωργίου.

 
At 1:39 AM, Blogger Ελένη said...

Θας μου, εγώ το κωλαράκι μου το προσέχω. Σας είπα πως δεδομένου του θέματος "Σκοτεινοί, ατελέσφοροι, γελοίοι έρωτες του καλοκαιριού", το δικό σας πόνημα, με τον περιορισμό των 300 λέξεων αν δεν απατώμαι, ήταν πολύ καλύτερο. Αν δεν συμφωνούμε, τί να κάνουμε τώρα, εγώ όπως ξέρετε δεν χαρίζομαι σε κάτι τέτοια.

Αν το θέμα ήταν " γελοία μετεμφυλιακά καλοκαιρινά επεισόδια" τότε ναι, σας έπαιρνε ο Βαλτινός παραμάζωμα ο οποίος σε κάθε βιβλίο πραγματεύεται το ίδιο θέμα και το έμαθε πλέον ο άνθρωπος!7000 χιλιάδες χρόνια συγγραφέας, τα ίδια γράφει.

Οι ιερές αγελάδες, ειδικά στη λογοτεχνία, γίνονται ωραίο φρικασέ, έχω ακούσει.

Όσο για τα λινκ ούτε που θα τ'ανοίξω, περι γούστου δεν επιχειρηματολογούμε, βρε κουτό. Βάζουμε στοιχημα όμως άμα θέλετε πως 10 βιβλία ακόμη να γράψει ο Βαλτινός, ζωή να΄χει ο άνθρωπος, τα ίδια πράγματα θα γράψει.

Ένα αφιέρωμα έκανε στην Τριπολη στη σειρά του "Μεταίχμιου" "Μια Πόλη στη Λογοτεχνία" και φρικάραμε ομαδικώς.

Έλεος πλέον.Με τις ρυτιδιασμένες γριούλες που είδαν τον έρωτα και τη ζωή τους να γίνονται σκόνη στις οβίδες του εμφυλίου και οι χαμένοι ΚΟΥΚΟΥέδες και το κακό συναπάντημα. Σύμφωνοι! Σημαντικά για μια εποχή. Τέρμα όμως αυτή η εποχή. Τέρμα!Τελείωσε και δεν αφορά πλέον κανένα.

Θα΄λεγα κ κάτι για την Ευδοκία ( με απογοητεύσατε πλήρως με αυτό...) αλλά σ'ενα ιδιωτικό debate αναγκάστηκα να παραδεχτώ τα επιχειρήματα του πεθερούλη για την καλλιτεχνική αξία της Ευδοκίας, οπότε δεν επανέρχομαι.

Τώρα θα μου πείτε κύριε Θας μου. Τί ξέρεις εσύ από Λογοτεχνία.Τίποτε. 5-6 βιβλιαράκια έχω διαβάσει και κρίνω τους ογκόλιθους.

Τώρα για στο Μεταίχμιο δεν έχω πρόσβαση για να τους πείσω να σας εκδόκουνε.

Αν μαζευόμασταν καμια πενηνταριά θαυμάστριές σας( οι γυναίκες, βάλτε και άλλους 70 γκαίυ) από τη μπλογκόσφαιρα, να καίγαμε τα σουτιέν μας στα κεντρικά τους γραφεία;

 
At 1:44 AM, Blogger Ελένη said...

Πάντως άσχετα από αυτή τη μικρούλα και ασήμαντη διαφωνία πρέπει να το παραδεχτώ.

Αχ! Μα τί ωραία που τα λέτε πλέον κύριε Θας μου!

 
At 2:58 AM, Blogger 0comments said...

Λουφάρουμε;

 
At 12:37 PM, Blogger thas said...

Επέστρεψα τριπλομοχιτομένος ξημερώματα και αναστέναξαν οι γείτονες από τα γέλια. Μπορεί να έφταιγε και ο πολύς δυόσμος, δεν ηξεύρω. Εσείς βρε Ελένη, τα είπατε καλύτερα και από Θας.

Αλλά με τόσες απογοητεύσεις που σωρεύετε καθημερινά (επί του παρόντος μετράμε αμέσως τρεις: Ανάφη, Βαλτινός, Ευδοκία) η επωδός σας « τι ωραία που τα λέτε» τσουρομαδιέται ελαφρώς ώστε κινδυνεύουμε να μην ξεχωρίζουμε σ' ολίγον σ' ολιγάκι αν βλέπουμε πανάκι ή του πελάγου αφρό.

Με αδικείτε όμως καθότι εγώ δεν επέλεξα σκηνή εμφυλιοπολεμικού ζόφου αλλά «αισθησιακά ευφραντική» όπως λέει η Μ.Θ. το λινκ της οποίας δεν θα ανοίξετε. Όπως και να έχει, ας έχουμε όλοι, αριστεροί και δεξιοί, μία χαρούμενη Κυριακή.

Old boy, crystalline και ζίροου κόμεντς ευχαριστούμε και ανταποδίδουμε τον χαιρετισμό. Μπονζούρ.

 
At 2:13 AM, Blogger Ελένη said...

Χθες σε μια συζήτηση για ένα βιβλίο,έγινε μια αναφορά στην ταινία " Η Μεγάλη Ανατριχίλα" του Κάσνταν.

Η ταινία αυτή μου αρέσει πάρα πολύ αν και οι πρωταγωνιστές της θα ήταν ψηφοφόροι του Συνασπισμού αν ζούσαν στην Αθήνα, θα ήταν δηλαδή παιδιά για χαστούκια.Δηλαδή, φλερτάρουν με το ταγαριλίκι αλλά ευτυχώς, ξόφαλτσα.

Όμως η ταινία μιλάει για μια γενιά που συμπίπτει με τη δική μας μεταπολιτευτική γενιά και τα υπαρξιακά τους έχουν κάποια αλήθεια.

Ασχολούνται με το σεξ ας πούμε. Αυτό που έχουν κάνει, αυτό που κάνουν, αυτό που θα ήθελαν να κάνουν και για κάποιου λόγους δεν το έκαναν με αυτούς που θα ήθελαν. Νορμάλ πράγματα που απασχολούν ανθρώπους στην πρώτη φάση της μέσης ηλικίας από τα 35-45. Δεν ασχολούνται με το μαραμένο από τις αντιξοότητες της Ιστορίας αιδοίο της θειάς τους της Κατίνας.

Αυτή ήταν η ένστασή μου κύριε Θας μου η οποία ήταν θεωρητικής φύσεως.

Τώρα μπορεί να συλλέγετε τις διαφωνίες μας αλλά το γεγονός ότι τα λέτε ωραία παραμένει. Τα λέτε δροσερά. Και με την Ανάφη δεν έχω τίποτε, αν και προτιμώ τη Σίκινο στο μπακάλικο της οποίας βρίσκεις μέχρι και Bollinger. Απλά, στη Ανάφη δεν έχει μπανιέρα να τη γεμίζεις και ν' αράζεις τα βράδια με τα κεράκια σου, πίνοντας τη Bollinger που λέγαμε,αυστηρώς bien frappe και να βγάζεις τα δαχτυλάκια των ποδιών σου από τον αφρό και να φωνάζεις τον καλό σου να στα τρίψει. Τα δαχτυλάκια.

Όμως δεν βαριέστε κύριε Θας μου. Στη Σίκινο μπορεί να έχει Bollinger αλλά δεν έχει Θας για να περιγράψει αυτό το τέλειο σκηνικό. Τους ποιητές τύπου Θας τους παίρνουν πάντα κάτι καρακαλτάκες με άσπρες στραβοπατημένες γόβες και με τον Γκούφη στην πετσέτα και πόσα άλλα ελαττώματα που εσείς μεν δεν απαριθμήσαμε αλλά εμείς βέβαια τα ξέρουμε. :-(

:-P

 
At 7:01 AM, Anonymous Anonymous said...

Πες τα Ελένη!
Που πάνε και πέφτουν τα καλύτερα παιδιά! Μια Καίτη τους χαίρεται.

 
At 11:14 AM, Blogger Ladychill said...

Ωραίο το απόσπασμα του Βαλτινού αλλά ακόμα καλύτερος ο σχολιασμός του. Προσωπικά θέλω να κάνω μια ένσταση όμως που απευθύνετε στη γλυκύτατη Ελένη. Ξέρω οτι έχουμε κουραστεί πια ν' ακούμε για τα χρόνια του Εμφυλίου, τα δεινά τους και όλα τα συνακόλουθα. Αλλά αν σ' άκουγε ο Ηρόδοτος να λες :

"Έλεος πλέον.Με τις ρυτιδιασμένες γριούλες που είδαν τον έρωτα και τη ζωή τους να γίνονται σκόνη στις οβίδες του εμφυλίου και οι χαμένοι ΚΟΥΚΟΥέδες και το κακό συναπάντημα. Σύμφωνοι! Σημαντικά για μια εποχή. Τέρμα όμως αυτή η εποχή. Τέρμα!Τελείωσε και δεν αφορά πλέον κανένα" θα πάθαινε κολούμπρα αυτοστιγμή. Εντάξει μπορεί να το έχουν παρακάνει με το θέμα αριστεροί και δεξιοί, αλλά όπως και να το κάνουμε το τώρα μας καθορίζεται από ένα παρελθόν που δε γίνεται να το σβήσουμε μονοκοντυλιά επειδή κάποιοι το κάνουν να μοιάζει γραφικό.

Και μια συμβουλή προς όσους το έχουν βαρεθεί - και ειδικά στην Ελένη:
Μην πάρετε το νέο μυθιστόρημα του Μάνου Ελευθερίου!!! Πραγματεύεται (πάλι) ιστορία γραμμένη από τα χρόνια εκείνα που διψάμε να ξεχάσουμε. Τώρα, αν έχει εμμονή το Μεταίχμιο σ' αυτά, δεν ξέρω, να στείλω να ρωτήσουμε...

 
At 11:21 PM, Blogger lemon said...

(Thas συγνώμη, σχετικά με το προηγούμενο πόστ σου...!)

 
At 5:17 PM, Blogger thas said...

Ωραία! Αλληλοευχαριστούμεθα. Ματς μουτς.

 

Post a Comment

<< Home