Σαρανταπέντε Οιδίποδες (κι εξηνταδυό Αμλέτοι)
Φέτος μάλλον σύρθηκα στις παραστάσεις -πήγα επειδή μου έβγαλαν άλλοι εισιτήριο. Οπότε η γκρίνια μπορεί να αποδοθεί και σε κακή διάθεση ή κορεσμό. Πάντως κάθε φορά στις μπύρες που ακολουθούν, ψιλοσυμφωνούμε διάφοροι πως: δεν.
Γενικά είναι αστείο να πιστεύουμε ότι για τη συμμετοχή μας στα θεάματα αρκεί μόνο ένα μυαλό και μια καρδιά (που πάλλεται από συγκίνηση). Κατά περίπτωση μπορεί κέντρο της παράστασης να γίνει η ουροδόχος κύστη. Και η καρέκλα που κάθεσαι και το εισιτήριο που πλήρωσες και το κρύο / η ζέστη, έχουν τη σημασία τους. Ιδίως αν αυτό που βλέπεις μοιάζει με κουρσάκι που τρέχει μόνο του σε άδειες πίστες. Θα εξηγηθώ, ελπίζω, παρακάτω.
Στον Άμλετ του Wooster group ο πρώτος εκνευρισμός ήρθε από την έλλειψη υπερτίτλων. Χάζευα τους παγιδευμένους θεατές να πλέουν στον ωκεανό των σαιξπηρικών αγγλικών (σε νεοϋορκέζικη εκφορά) - ώρα επτά το απόγευμα, με τον ήλιο στις λαμαρίνες της Πειραιώς. Τον εαυτό μου λυπόμουνα, αλλά έριχνα και ματιές αλληλεγγύης γύρω μου. Ανά τέταρτο της ώρας μάς προσφερόταν ψήγμα κειμένου σε μετάφραση, ώστε να θυμόμαστε σε τι ακριβώς ΔΕΝ έχουμε πρόσβαση.*
Η παράσταση χτίζεται πάνω στην κινηματογραφική εκδοχή του 1964 με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, η οποία παίζει καθ’ όλη τη διάρκεια σε background projection. Πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα. Έργα τόσο κεντρικά της δυτικής κουλτούρας όπως ο Άμλετ, ενσωματώνουν πλέον και τις αποδόσεις τους, άρα μπορείς να τις πάρεις σοβαρά υπόψη σου στο ανέβασμα, να παίξεις μ’ αυτές.
Πράγματι η σκηνοθέτις παίζει. Αναλαμβάνει το τιτάνιο (δεν κάνω πλάκα) έργο να αναπαραστήσει επί σκηνής την ταινία. Οι ηθοποιοί μιμούνται συνεχώς (μα ΣΥΝΕΧΩΣ) τις κινήσεις των συναδέλφων τους υιοθετώντας μια ιδιόμορφη κινησιολογία μικροαιωρήσεων, μαζί με φαστφόργουαρντ και ριγουίντ εκρήξεις, κατά την αίσθηση του παλιωμένου φιλμ με τις στιγμιαίες αναπηδήσεις, τα κενά, τις επικαλύψεις του. Ακόμα περισσότερο: οι ηθοποιοί στήνουν επακριβώς τα πλάνα της ταινίας μετακινώντας οι ίδιοι το σκηνικό κατά τη διάρκεια της δράσης ώστε να πετύχουν τη φιλμική γωνία λήψης.
Τρομερό εύρημα αλλά πρέπει να δεις την έντασή του για να το καταλάβεις: οι μονόλογοι και οι διάλογοι διακόπτονται διαρκώς (μα ΔΙΑΡΚΩΣ) για να αλλάξουν θέση τα πρόσωπα, τα τραπέζια οι καρέκλες. Και ενώ το κινηματογραφικό μοντάζ λειτουργεί δια της (αυτο)απόκρυψης, εδώ μετατρέπεται σε κεντρικό στοιχείο για πάνω από δύο ώρες. Δυστυχώς έτσι, κάτι που αρχικά αναγνωρίζεις ως ευφυές, στη χιλιοστή επανάληψή του αδυνατίζει μέχρι εκμηδενίσεως. Γέλασα αυθόρμητα πολλές φορές (οι ηθοποιοί πετάγονται σαν να τους τσιμπάει μύγα, ζυγίζονται δεξιά-αριστερά, γίνονται θέατρο σκιών) αλλά δεδομένου ότι οι γύρω μου παρακολουθούσαν απορροφημένοι δεν ήξερα αν προβλεπόταν τόσο γέλιο από τη διεύθυνση. Μέχρι το τέλος αναρωτιόμουν αν πρόκειται για ολοκληρωμένη παρωδία ή όχι. Σ’ αυτή την λεπτή κόψη του σπαθιού (και του νοήματος) κινείται συνολικά η παράσταση.
Είναι σαφές ότι μιλάμε για πλήρη αποδραματοποίηση. Δεν υπάρχει πρόθεση να συγκινηθεί κανένας (ηθοποιός ή θεατής) ή να βουτήξει στην ιστορία- αυτά θεωρούνται πασέ και ίσως καλά κάνουν. Το στυλ είναι κυρίαρχο, η αισθητική αποθεώνεται. Αλλά καθώς η κατεύθυνση είναι μονόδρομη, ευθύγραμμη και χωρίς στόχευση, ξαφνικά, εκεί που προσπαθείς και προσπαθείς να εφεύρεις ένα σοβαρό λόγο για να σ’ αρέσει (πέραν της φόρμας), ένα σταθερό σημείο να κρατηθείς, τσακ, το όλον καταρρέει πανηγυρικά και μια απέραντη πλήξη (το κουρσάκι που λέγαμε) σε κυριεύει… πλέον είσαι μόνος σου σε έναν ατελείωτο διάδρομο δίχως πόρτες και κρυμμένα μυστικά. Και έχεις όλο το χρόνο να σκεφτείς τι είδους εμμονή είναι αυτή με τις αέναες διασκευές ενός λαϊκού θεάτρου όπως το σαιξπηρικό ή το αρχαιοελληνικό, θέατρο που στηρίζεται τόσο πολύ στην τεράστια χειρονομία και τον ποιητικό του λόγο και την ιεροπραξία (στοιχεία προς τα οποία τρέφουμε σήμερα σχετική έως πλήρη απώθηση) και τι είδους νέοι θεατές είμαστε εμείς, τι είδους (μη) συγκίνηση προσπαθούμε να αποσπάσουμε από (άλλη μια) επιμελημένη άσκηση ύφους, από (άλλο ένα) θεατρικό εργαστήριο λεπτών απολαύσεων και εγκεφαλικής γκουρμέ.
Μου τη δίνει η κατεδαφιστική κριτική, ιδίως όταν πρόκειται για έργο ανθρώπων που πάσχισαν και ίδρωσαν, κριτική η οποία συνήθως οχυρώνεται πίσω από μια κρυφοφασίζουσα λογική του μέσου όρου και φτιάχνεται με τα ίδια της τα λόγια. Βρίσκω πολύ εύκολο και φτηνό ένα κείμενο που αρθρώνεται γύρω από εκφράσεις τύπου «μην τρελαθούμε τώρα» και «έλεος». Αλλά κάπως πρέπει να μιλήσεις (όχι πάντως έτσι) για την αίσθηση του κενού που αφήνει εκείνη η θεατρική πράξη η οποία αναζητά ασυλία σε μια σημειολογία της πρωτοπορίας χωρίς να μπορεί να κρύψει τη διάχυτη αμηχανία της και την έλλειψη οράματος. Υπάρχουν φυσικά και οι αποτυχίες, δεν είναι όλα προς θάνατο. Ας μην με πιάνει η γενίκευση και η εσχατολογία. Το Wooster group φημίζεται για τις εξαιρετικές δουλειές του.
[Γενικά δεν ξέρω τι θέλω. Τον εγκλωβισμό μου σ’ ένα θεατρικό ανικανοποίητο μπορεί να χαζέψει κάποιος- αν θέλει να κόψει φλέβες- στην υπερπαραγωγή που ανέβασα προ διετίας. (1, 2, 3, 4, 5) ]
Και επειδή οι κρίσεις είναι εντελώς υποκειμενικές, διαβάστε δυο θετικότατες και σεβαστές κριτικές για την παράσταση, εδώ και εδώ.(κριτική του Μ. Μιχαήλ, Lifo 19/6-σελ.18, δεν τη βρίσκω online). Πολύ θα ήθελα να δω κι εγώ έτσι τα πράγματα. Ειλικρινά.
*
Στο κοινό ήταν και ο Μαρμαρινός, ξανθός Άμλετ κι εκείνος, την εκδοχή του οποίου είχα παρακολουθήσει πριν χρόνια με μεγάλο ενδιαφέρον. Ήγουν τουτέστι δεν φταίνε οι πρωτοπορίες αλλά το βλέμμα- αν και ο Μαρμαρινός συγκρινόμενος με άλλους φαντάζει σήμερα παλιομοδίτης. Εννοώ ότι παρότι θα υπέγραφε μια τέτοια παράσταση στα επιμέρους, δεν θα εξόριζε ποτέ τη συγκίνηση. Την ίδια αρχή ακολούθησε και στο «Πεθαίνω σα χώρα» όπου ο λυρισμός του δούλευε σαν ενοποιητικό στοιχείο και συγκολλητική ουσία (των παθημάτων της χώρας), ήτοι του ενός ταλαίπωρου σώματος, το οποίο και ενσάρκωσαν ευφυώς δεκάδες κομπάρσοι, δηλαδή πάλι εμείς.
(Θεούλη μου, δεν θα τελειώσει ποτέ αυτό το ποστ…)
(συνεχίζεται με gospel at Colonus)
-------------
*Δεν θεωρώ ένα τέτοιο κείμενο δευτερεύον ή δεδομένο. Αντίθετα, πολλή ουσία και ανανέωση και πρωτοπορία βρήκα στην τολμηρή κίνηση του Χειμωνά, να αφαιρέσει το ερωτηματικό από τη φράση «to be or not to be?» επιστρέφοντάς της το χαμένο νόημα: Να ζεις. Να μη ζείς...
26 Comments:
Διαβάζοντας και τη σχετική ρετροσπεκτίβα (επανάληψη) να σημειώσω ότι συμφωνώ απόλυτα. Αναλύθηκαν οι παραστάσεις και οι γενικότερες ενστάσεις εξαιρετικά.
Η εύλογη απορία όλων φαντάζομαι παραμένει-και αν σημειώθηκε στα κείμενα, θα μου διέφυγε- αν οι καλλιτέχνες σήμερα μπορούν και επιθυμούν μια νέα απόδοση των κειμένων με τρόπο πλήρους νοήματος και στοχευμένο (συναισθηματικά, διανοητικά, θεατρικά, καινοτομικά), με δική μου ορολογία.
Τι θα μπορούσαμε σήμερα να περιμένουμε πάνω στα κλασσικά κείμενα που θα μας εντυπωσίαζε συγκινησιακά; Ίσως η απρόσμενη έκπληξη να προέλθει από μία λιτή απόδοση με εξαιρετικές ερμηνείες, ίσως να μην έρθει και ποτέ. Ποτέ με την έννοια του ξαφνιάσματος από επί μέρους στοιχεία και όχι από τη συνολική απόδοση.
Αυτά αναρωτιέμαι κι εγώ και μου παίρνει τόσες λέξεις. Θα με ενδιέφερε να ακούσω πολύ νέους ανθρώπους, 17-18 χρονών, για το πώς είδαν, πώς κατάλαβαν, πώς εισέπραξαν μια τέτοια παράσταση. Υπάρχει δηλ. πάντα ο κίνδυνος της γενίκευσης που προκύπτει από την προβολή του προσωπικού μας αιτήματος, της δικής μας κούρασης.
Γενικά δεν μπορώ να απαντήσω με βεβαιότητα: «είναι βαρετά τα πράγματα ή έτσι μου φαίνονται;»
Μέχρι να βρεθεί η απάντηση, λέω να κρίνω κατά περίπτωση.
(thanx)
Κουραστική παράσταση. Παρόλο που εξέπεμπαν ένα πνεύμα του στυλ «είμαστε βιρτουόζοι και ο δείχνουμε». Τεχνικά άρτια και απευθύνονταν σε insiders (ή τουλάχιστον τέτοια χειρισμό έλαβε). Μου φάνηκε λίγο σαν επαγγελματικό σεμινάριο. Μεγάλη παράλειψη οι υπέρτιτλοι (ενισχύει την άποψη περι επαγγελματικού σεμιναρίου). Αμα δεν ήξερες καλά το έργο έχανες την μπάλα. Δεν θα με πείραζε αν έπεζαν την Τραβιάτα ή την Τόσκα αλλά με τον Αμπλετο χάθηκα.
Ομοίως στο διάλλειμα αναρωτήθηκα ωραία αυτό είδαμε τι θα δούμε στο 2ο μέρος.
Επίσης πολύ καλοί οι ηθοποιοί – χάλια οι καρέκλες
Η παράσταση θα μπορούσε να έχει υπότιτλο: Αναζητώντας τη χαμένη συγκίνηση
ή θα ήταν αντιεμπορικό;
Καλό καλοκαίρι Thas
έτσι ωραία που μας τα γράφεις πάντοτε, βρε thas, τρέμει και να διαφωνήσει κανείς :-)
όμως, κι ας μοιάζει κοινότοπο λογοπαίγνιο, θα πω ότι συμφωνώ διαφωνώντας: με όλα τα σωστά που παρατηρείς, σκέφτομαι: δεν μπορεί άραγε να παραγάγει συγκίνηση ένα εντελές έργο, μάλλον παράσταση, έτσι ακριβώς όπως το περιγράφεις; (και μάλιστα μια παράσταση που προγραμματικά αρνείται ή κοντράρει τη συγκίνηση;)
σίγουρα, δε θα 'λεγα ότι βρήκα τη συγκίνηση που έβγαζε η Μαγκύ Μαρέν, λ.χ., ψιλοεξοντωμένος μάλιστα από το α΄ μέρος, αλλά εδώ θυμάμαι και τον Έλιοτ που έλεγε πως ο Άμλετ είναι το χειρότερο έργο του Σαίξπηρ ("μαλακίες λέει και εδώ ο Έλιοτ" είπε ο φίλος μου ο Καψάλης!)
πάντως, πιστεύω ότι ήταν κάτι παραπάνω από μια ευφάνταστη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα καθαυτήν ιδέα και ένα επίτευγμα τεχνικής -και μόνο η δουλειά/ματιά πάνω στην παλιά ταινία ήταν από μόνη της ένα μικρό θαύμα, έργο από μόνο του
Αγαπητε Thas
Το gospel at Colonus ήταν κάτι με ιντρίγκαρε ως εγχείρημα.Ομως δεν βρισκόμουν στην Αθήνα την ημέρα της παράστασης και εχω στεναχωρηθεί.
Περιμένω να γράψεις γι αυτό. Ότι είδε η ματιά σου, ότι το μυαλό σου εννόησε. Κυρίως αν η αίσθησή σου, η καρδιά σου, δονήθηκε ή όχι.
Πες τα spireto παιδί μου να ακούει ο Γιάννης Χάρης από κάτω σου.
Η παράσταση δεν ξέρω ζίροου, ίσως το ποστ να έπρεπε να ονομαστεί έτσι… αλλά τελευταία στιγμή σκέφτηκα τον Γιάννη Χάρη και το άλλαξα.
(καλό καλοκαίρι να 'χουμε, αμήν αμήν αμήν)
Αν εσύ σύντροφε συνιστολόγε Γιάννη Χάρη συμφωνείς μαζί μου διαφωνώντας, προσωπικά, αντιθέτως, θα έρθω να συμφωνήσω απολύτως μαζί σου. Ούτε εγώ λογοπαιχνιδίζω (λογοπαιχνιδίσματα, γεμάτα αναμνήσεις)…καθότι εκφράζεις και τη δική μου διάθεση. Διατηρώ δηλαδή (και σ’ αυτό το ποστ αλλά κυρίως στα προπέρσινα προηγούμενα) μια κατ’ αρχήν συμφωνία με τον εαυτό μου χωρίς να απεμπολώ το δικαίωμα να αντιφάσκω ελεύθερα εντός του ίδιου κειμένου. Τέλοσπάντων όπως θα είδες περισσότερο μουρμουρίζω παρά αναλύω συστηματικά.
Συνήθως όταν κάνω καμιά απόπειρα κριτικής, αυτομάτως υπερασπίζομαι τον αντίλογο. Θα μου πεις, τότε, γιατί τα γράφεις …Ε, ίσως γιατί πιστεύω πως όλοι πάνω κάτω συναντιόμαστε στο γνωστό ανικανοποίητο χωρίς να ξεκαθαρίζουμε ακριβώς το γιατί και το πώς. Οπότε προσπαθώ να μείνω όσο περισσότερο γίνεται στην προσωπική εμπειρία και εκεί πάνω να συναντήσω τους άλλους.
Θα το πω κι αλλιώς: με το που διαβάζω τελειωμένες απόψεις, κάτι γκαπ-γκουπ κριτικές γεμάτες ολοστρόγγυλες βεβαιότητες, παθαίνω κρίση. Αυτό βασικά προσπαθώ να αποφύγω.
Και πάμε στα επιμέρους.
Λες: δεν μπορεί άραγε να παραγάγει συγκίνηση ένα εντελές έργο, μάλλον παράσταση, έτσι ακριβώς όπως το περιγράφεις; (και μάλιστα μια παράσταση που προγραμματικά αρνείται ή κοντράρει τη συγκίνηση;)
Ένα πρώτο θέμα (όπως ανακάλυψα και τελευταίο) προκύπτει από τη χρήση του όρου «συγκίνηση». Στο κείμενο τη χρησιμοποιώ (ανάλαφρα σαν πεταλουδίτσα) με την τρέχουσα σημασία της, χωρίς να το βασανίζω το πράγμα, αφενός γιατί δεν με παίρνει εκεί να ανοίξω κι άλλο ζήτημα κι ούτε άλλωστε μπορώ να το χειριστώ αποτελεσματικά.
Δεν είναι όμως απλά τα ζητήματα. Αν για παράδειγμα πεις ότι τα σύγχρονα εικαστικά δεν μου λένε τίποτα γιατί δεν με συγκινούν η απάντηση της άλλης μεριάς είναι: μα δεν έχουν στόχο να σε συγκινήσουν.
Αυτό ξαφνικά περιπλέκει αλλά και απελευθερώνει εν μέρει τα πράγματα. Αν δηλ. για να μ’ αρέσει κάτι δεν είναι απαραίτητο να με συγκινεί, τότε μπορώ να στέκομαι απέναντι στα έργα πολύ πιο απενοχοποιημένα.
Αλλά τι είδους ενοχές είχα από τις οποίες απελευθερώνομαι; θα μου πεις. (εσύ ίσως όχι, άλλοι λέμε)
Σκέφτομαι: Πρώτα ψάχναμε για το νόημα- αυτό ευτυχώς ή δυστυχώς δεν ξέρω, πάντως πολύ νωρίς μας τελείωσε. Μας έμεινε να κρατηθούμε από τη συγκίνηση, να πούμε ελεύθερα «α, αυτό μου αρέσει γιατί με συγκινεί.»
Όταν τελικά μας παίρνουν και τη συγκίνηση, χάνουμε κάθε κριτήριο πλην του στενά αισθητικού. Κοιτάς από δω, κοιτάς από κει, τι ωραία που έφτιαξε αυτό, κοίτα κοίτα πώς κόλλησε εκατοντάδες ψαράκια στο πάτωμα, να βάλε το μάτι σου εδώ, πολύ έξυπνο έ;….Και άλλα τέτοια ψυχωφέλιμα. Το θέμα είναι ότι μια βασική αλλοίωση που ζητάς να φέρει μέσα σου το έργο δεν έρχεται. Οπότε στριφογυρίζεις το πράγμα και συνήθως αντιδράς ως εξής:
Αμυντικά: μάλλον δεν είμαι επαρκής αναγνώστης. (καθαρές τύψεις)
Επιθετικά: όλοι είναι μαλάκες, η τέχνη τα έχει παίξει (συγκαλυμμένες τύψεις)
Ε, εκεί πάνω σου λέει ο αντίλογος πως αυτές οι κατηγορίες σκέψης είναι παλιές. Μην το ψάχνεις έτσι το πράγμα. Άσε τον εαυτό σου να εκτεθεί στο έργο και μην καταναλώνεσαι σε περιγραφές γιατί θα φας τα μούτρα σου.
Απάντηση: κι αν δεν περιγράψω / κρίνω ρε δικέ μου πώς θα σε βάλω στο art book;
Απάντηση στην απάντηση: η ιστορία της τέχνης τέλειωσε. Μαζεύτε τα εσείς οι κηφήνες κριτικοί και τραβάτε να πλύνετε κανα πιάτο, να κάνετε κάτι χρήσιμο στην κενωνία.
Απλοποιήσεις, βεβαίως.
Επειδή κάθε κύκλος συζητήσεων ανοίγει δεκάδες άλλους αρκούμαι σε μια προσωπική ματιά που προκύπτει περίπου ως εξής:
Ό,τι βλέπω και μ’ αρέσει συνήθως έχει από κάτω καλά χωνεμένο τον λυρισμό.
Δεν με ενδιαφέρουν έργα που δεν παίζουν, δεν διαλέγονται ουσιαστικά με όρους του λυρισμού (με στόχο ίσως και να τους διευρύνουν- συνειδητά ή ασυνείδητα αδιάφορο). Δεν λέω ότι δεν μπορεί κάποιος να τα καταφέρει κι αλλιώς ή ότι δεν γίνονται σπουδαία έργα με άλλον τρόπο αλλά προσωπικά ούτε έχω συναντήσει κάτι «άλλο» συναρπαστικό μέχρι τώρα ούτε, μάλλον, το ψάχνω.
Καταλήγω δηλ. στο ότι ο λυρισμός παράγει νόημα (ας μην το πούμε συγκίνηση και μπερδευτούμε) ακόμα και σε συνθήκες ακραίου φορμαλισμού.
Εκεί βρίσκομαι, πάνω κάτω.
Οπότε ξανακοιτάμε την ερώτηση:
Δεν μπορεί άραγε να παραγάγει συγκίνηση ένα εντελές έργο, μάλλον παράσταση, έτσι ακριβώς όπως το περιγράφεις; (και μάλιστα μια παράσταση που προγραμματικά αρνείται ή κοντράρει τη συγκίνηση;)
Με βάση όσα είπα πριν: τυπικά δεν υπάρχει πρόβλημα. Ουσιαστικά και προσωπικά μιλώντας, ναι, υπάρχει. Δεν περιμένω πολλά από μια «καθαρή» αισθητική συγκίνηση η οποία αδυνατεί να σε εμπλέξει στον κόσμο της (να υπερασπιστεί τα δίκαιά της έστω και σπρώχνοντάς σε στα άκρα, δοκιμάζοντας τις αντοχές σου, τα πιστεύω σου) μια αισθητική δηλ. που φέρνει μάλλον σε άνευρη βιρτουοζιτέ ( η ηλεκτρική κιθάρα των Dire Straits μου έρχεται στο μυαλό)….
(Καλή και άγια βρε παιδί μου, αλλά συνήθως πληκτική…Θέλουμε πιο πολλά. Θέλουμε Χέντριξ.)
Για το Γκόσπελ φίλε ανώνυμε θέλω να γράψω αλλά έρχεται ο Γιάννης Χάρης κάθε λίγο και με τσιγκλάει.
[4 στις 4 απαντήσεις με κέντρο τον Γ.Χ. Τα κατάφερα.]
Υ.Γ. Το μουσικό παράδειγμα είναι άσχετο...πραγματικά δεν υπάρχει καμιά αισθητική ή άλλη αναλογία με όσα συζητάμε...μου ήρθε τυχαία, καθώς διάβαζα τον όρο "άνευρη βιρτουοζιτέ" ξεκομμένον.
νιώθω άσκημα, καλότατέ μου θας, γιατί χωρίς να το θέλω σε ανάγκασα να σχηματοποιήσεις αυτά που ωραία, καλά και άγια τα έλεγες -και γι' αυτό έλεγα κι εγώ πως συμφωνώ μαζί σου, έστω καταρχήν (αλλά όχι μόνο!)
εννοούσα [μια και δε σε πιστεύω για το λυρισμό:-)] ότι η δημιουργία, που έχει πολλούς τρόπους να είναι δημιουργία, έχει και πολλούς τρόπους να σε συγκινήσει. κι αν η "δημιουργία" μάς μπερδεύει, σίγουρα υπάρχει η χαρά της δημιουργίας, που αυτήν σχετικά εύκολα την αναγνωρίζουμε, και τότε, λέω εγώ, δε γίνεται αυτή η χαρά να μη μας μεταδίδει κάτι, ένα κομμάτι της έστω
άντε, σου 'κανα σκόντο, απ' τη συγκίνηση σ' το πήγα στη χαρά της δημιουργίας, κι εδώ πια νομίζω συνεννοούμαστε μια χαρά, νεσπά;
υγ 1. και μην τολμήσεις να γράψεις πως δε συγκινήθηκες, ή όπως αλλιώς το λέμε, με τα γκόσπελ :-)
υγ 2. και μη σ' ακούσει ο Κούντερα για το λυρισμό :-0
Κατ’ αρχάς όπως είπαμε η ιστορία της τέχνης πέθανε και τα ονόματα Έλιοτ, Κούντερα, Χάρης και Θας είναι απολύτως ισότιμα. Επιτέλους. Δεν νομίζω να υπήρξαν οι κύριοι αυτοί θεοί, όπως εμείς, στην εποχή της δημοκρατίας του ίντερνετ. Ένιγουέι. Και αν ο κύριος Έλιοτ έκρινε τον Άμλετ (σαν το χειρότερον Σαίξπηρ), ενδέχεται και ο κύριος Κούντερα να έκανε τα λαθάκια του (περιμένω παραπομπή σε διαθήκη ή πέπλο για να ετοιμάσω τη μεγάλη ΚΑΤΑ ΚΟΥΝΤΕΡΑ δημηγορία)
Όσο για τη χαρά της δημιουργίας συμφωνώ απολύτως όταν πρόκειται για χαρά, καθότι μετά το ύπουλο χτύπημα Παπαγιώργη, μας μπήκαν ψύλλοι στ' αυτιά...(μα κι αυτός ο άνθρωπος κάθε εβδομάδα... όλο πάει και τα σκαλίζει…)
Σκέφτομαι εδώ και αρκετό καιρό να ανεβάσω μια παρουσίαση της παράστασης του Αμλετ από το θεατρικό τμήμα του Παν/μίου Αθηνών στο Ηρώδειο. Τώρα ήρθε η ώρα να το πράξω. Ετσι, για να (ξανα)δούν μερικοί μερικοί πως η τραγωδία δεν είναι "πράξη μίμησης" των άλλων που ξανάπαιξαν το έργο αλλά νέα πράξη μίμησης σπουδαίας και τελείας των χαρακτήρων του έργου που υπαγορεύονται από τον καιρό που αλλάζει. Το σημαντικό δεν είναι να προσαρμόζονται τα μέτρα των δημιουργών ώστε να στριμώχνονται στη παλιά μέθοδο, αλλά να δημιουργούνται κάθε φορά νέα μέτρα που να χωρούν την τραγωδία.
..αναμείνατε..
Ευχαριστώ Θας που με ξεκούνησες:)
Ροδιά μου τι ακούν τα αυτάκια μου; Πολύ χαίρομαι με τις βαρυσήμαντες δηλώσεις που θάλεγε και το Σραόσιον. Ακούγεται σούπερ και ντούπερ και σούπερ γουάου! Δεν είχα ιδέα ότι καταπιάνεσαι με το άθλημα και μου άρεσε πολύ η εδώ τοποθέτησή σου. Μακάρι να πάνε όλα κατ’ ευχήν…(Απίστευτο.)
(και σιγά που σε ξεκούνησα εγώ...)
ορέ θας, ένας συγγραφέας με "λαγχάνουν" και "επιλαγχάνουν", που πρώτα πρώτα δηλαδή δεν αγαπάει το βασικό εργαλείο της τέχνης του, δε θ' αγαπάει ούτε την τέχνη του, ούτε τον αποδέλοιπο κόσμο, οπότε ποια χαρά της δημιουργίας και πρασινάλογα... Εντάξει, ας συμμαζευτώ: υπάρχει κι αυτή η διάσταση που ωραία τη θίγει ο Π., όμως ισχύει, όσο ισχύει, κυρίως για το γράψιμο, την πιο βασανιστικά μοναχική πράξη, αντίθετα λ.χ. με τη μουσική, όπου η άμεση (έστω δυνάμει) επαφή του δημιουργού με τον παραλήπτη του έργου του λειτουργεί λυτρωτικά και ανταποδοτικά. Το ίδιο συμβαίνει και με το θέατρο ή το χορό, κι ας είναι τέχνες «εφήμερες», από μιαν άποψη –και για τον επιπλέον λόγο ότι ο καλλιτέχνης εκεί δουλεύει με το σώμα του: αυτό άλλωστε νομίζω ότι «σώζει» και τον ζωγράφο ή τον γλύπτη, που κατά τα άλλα δημιουργούν σε συνθήκες εξίσου μοναχικές με τον συγγραφέα…
όσο για τη μίμηση που λέει η ροδιά, και αν έστω μείνουμε μόνο σ’ αυτόν τον άξονα της δουλειάς του Γούστερ, η ιστορία της τέχνης είναι γεμάτη τέτοια μίμηση: ούτε επίδραση, ούτε μεταγραφή κτλ., αν δε θέλουμε να παίζουμε με τις λέξεις: μίμηση. Έτσι, στη μουσική ιδίως, από τον Μπαχ ώς τον Στραβίνσκι ή τον Γιάνατσεκ, μίμηση έχουμε –ας θυμηθούμε και τον Χατζιδάκι, και την περίφημη ρήση του πως οι ατάλαντοι αντιγράφουν, ενώ οι ταλαντούχοι κλέβουν. Το θέμα είναι σε πόσους «αναγνωρίζουμε» το σχετικό «δικαίωμα», αν δηλαδή δεχόμαστε πως δικαιώνεται η αντιγραφή, η κλοπή, η μίμηση από το αποτέλεσμα, αν κάνει ή δεν κάνει ένα βήμα παραπέρα: ζόρικα πράματα, δε λέω, ιδίως όταν στην κουβέντα μπαίνει π.χ. η συγκίνηση, ή κάτι τελοσπάντων που να πηγαίνει ακριβώς λίγο παραπέρα από τον εντυπωσιασμό. Αλλά, ακόμα κι έτσι, και με τα χίλια δίκια τού θας, μπορεί να είναι μέτρο αυτό; μας συγκινεί δηλαδή κάθε έργο τέχνης;
καλό καλοκαίρι
σας φιλώ
με το συμπάθιο, αρμένικη βίζιτα είναι πια αυτό, αλλά να συμπληρώσω την τελευταία μου φράση στο προηγούμενο σχόλιο: "μας συγκινεί δηλαδή κάθε έργο τέχνης;" Εννοώ, μας συγκινεί όλους (και το ίδιο) κάθε έργο τέχνης; Π.χ. ότι εμένα δε με συγκινεί ο Προυστ ή ο Ραχμάνινοφ, ή ο Μπραμς και ο Παπαδιαμάντης, δε σημαίνει απολύτως τίποτα --ούτε ότι δεν είναι μεγάλοι δημιουργοί αυτοί, ούτε ότι δεν το αναγνωρίζω αυτό ο ίδιος, ακόμα κι αν βγάζω ενδεχομένως καντήλες!
και πάλι να με συμπαθάτε, δε θα το ξανακάνω :-)
πραγματικα πολυ ακριβης η οπτικη σου
ωστοσο εκει στο κοινο ανακαλυψα μια Οφηλια με χρυσο σκισμενο τζιν που τραβουσε φωτο με το iphone της συνεχεια και νομιζω δακρυσε στο τελος
αν σε διαβαζει ας μας πει το λογο
που ανακαλυψε τη συγκινηση--
Πολύ αντικειμενική η περιγραφή της παράστασης!
Συγχαρητήρια
υγ.προσωπικά ξενέρωσα στο δεύτερο μέρος όταν η ιδέα εξαντλείται.
Ιδιαίτερα δε στο τέλος
(απ' την στιγμή που αρχίζουν οι θάνατοι και δεν υπάρχει τίποτα -μα τίποτα-που να προωθεί ή να συντηρεί έστω την ματιά του ανεβάσματος αλλά αντιθέτως βλέπουμε... την χιλιοπαιγμένη εκδοχή με τα ποτηράκια να κουδουνίζουν και τα ξίφη να τέμνονται.
Συγχαρητήρια και πάλι για την άψογη καταγραφή της δράσης.
...καλημέρα...
...εντάξει να μην καίμε τις προσπάθειες των ανθρώπων με ένα "έλεος", όμως δεν μπορούμε να μην λέμε και με κάποιο τρόπο τη γνώμη μας...πολύ καλά τα λες...
...δε θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο με το κομμάτι σου που λέει: "...Και έχεις όλο το χρόνο να σκεφτείς τι είδους εμμονή είναι αυτή με τις αέναες διασκευές ενός λαϊκού θεάτρου όπως το σαιξπηρικό ή το αρχαιοελληνικό, θέατρο που στηρίζεται τόσο πολύ στην τεράστια χειρονομία και τον ποιητικό του λόγο και την ιεροπραξία (στοιχεία προς τα οποία τρέφουμε σήμερα σχετική έως πλήρη απώθηση) και τι είδους νέοι θεατές είμαστε εμείς, τι είδους (μη) συγκίνηση προσπαθούμε να αποσπάσουμε από (άλλη μια) επιμελημένη άσκηση ύφους, από (άλλο ένα) θεατρικό εργαστήριο λεπτών απολαύσεων και εγκεφαλικής γκουρμέ..."και θα ήθελα να προσθέσω ότι εμάς, τους θεατές νέας γενιάς, μας έχει λείψει η συγκίνηση από την αυθεντικότητα των έργων αυτών των κλασσικών...έχουμε φάει πολύ πειραματισμό, ο οποίος σε καμμία περίπτωση δεν είναι εξ' ορισμού κακός, όμως δεν είναι και λίγο υπερβολή να ντρεπόμαστε να συγκινηθούμε από κάτι τέτοιο ή ακόμα χειρότερα να θεωρείται μια τέτοια αντίδρασή μας πασσέ;...
...το ίδιο αισθάνθηκα όταν κάποτε πήγα στην Αγγλία στο Royal Shakespeare Theatre να παρακολουθήσω μια παράσταση Macbeth...η οποία εκτός του ότι κράτησε 4.5 ώρες (χωρίς διάλλειμα), οι ηθοποιοί εκτελούσαν τους διαλόγους στο αυθεντικό κείμενο (πιάστο αυγό δηλαδή), η σκηνοθεσία, τα κοστούμια και τα σκηνικά ήταν τόσο πειραματικά και τίποτε από τα παραπάνω δε σε βοηθούσε να το παρακολουθήσεις, να συγκινηθείς, να σε συνεπάρει...βγαίνοντας αισθάνθηκα βλάκας. Βλάκας ανάμεσα σε άλλους βλάκες οι οποίοι αντί να πουν το προφανές, παιδιά κουράστηκα, έλεγαν πόσο τους συνεπήρε ψάχνοντας ένα στασίδι ν' ακουμπήσουν το κορμάκι τους...
Υ.Γ. Πως τα καταφέρνεις και τα σχόλια στα ποστ σου είναι πιο μεγάλα από το ίδιο το ποστ τις περισσότερες φορές...παραμένει ακόμη ένα μυστήριο για μένα...
:)
Oso afora esena pou me fwtografizeis
12 pm sto stathmo tou Amarousiou etsi wste na mhn exei traino gia na fygeis
Χμ .. τελικά πως γίνεται και περνάω να πω ένα γειά και κολλάω μία ώρα σε κείμενο και σχόλια. Αντε ας πω το "γειά" μπας και κάνουμε καμιά δουλειά σήμερα.
Καλό καλοκαίρι Θ(ρ)ασ-ύτατε :)
με το μπαρντον..η τέχνη εχει πεθανει προ πολλού. είναι πεθαμενη γιατι δεν υπάρχει ζωή.γιατι τέχνη ισον ζωή.τόπιασεσ;
«Ηρεμήστε, αγαπητές κι αγαπητοί. Πρώτον, ελάχιστοι σας διαβάζουν: ένα μικρό υποσύνολο όσων μιλάν ελληνικά. Τι να λέμε, δηλαδή. Επίσης, όσον αφορά το ταλέντο, την ευφυία, τη σπάνια καλλιέργειά σας και τα συγκλονιστικά βιώματά σας, ε, εντάξει. Δεν είναι τόσο πελώρια, παγκόσμια και πανίσχυρα όσο νομίζετε: συνεχίστε να γράφετε αλλά μην τρελαίνεστε να αξιολογείτε τους άλλους.»
Το πέτυχα σ’ ένα μπλογκ (να δεις πώς το λένε…) και μου άρεσε. Αποδίδει με ακρίβεια την ιδεοληψία των μπλόγκερς.
Διαδόστε το όσο μπορείτε.
οδοιπόρος
Ρε οδοιπόρε,
Αντε να χαζέψεις αλλού κι ασε οσους ενιαφέρομται να διαβάζουν τα blogs ή ότι γουστάρουμε εν ολίγοις.
Θας, χρωστας τα γκοσπελς στον Κολωνό.
Αφιέρωμα σε σένα :)
http://rodiat7.blogspot.com/2008/07/1978.html
Καλό καλοκαίρι Φαίδρα φις. Παν ό,τι αναζωογονητικό εύχομαι. Καλή αντάμωση.
Γεια σου Γ.Χ. με τις αρμένικες βίζιτες. Μας έχεις φάει όλα τα σοκολατάκια, πια.
Ε βρε ανώνυμε, χαλάλι της τέτοιας Οφηλίας η οποία «με χρυσο σκισμενο τζιν τραβουσε φωτο με το iphone της συνεχεια και νομιζω δακρυσε στο τελος». Η παράσταση βρήκε ιδανικό αποδέκτη, τι καλύτερο. Άκου χρυσό σκισμένο τζιν. Πώς δεν το πρόσεξα;
Ψουξ ευχαριστούμε πολύ και ανταποδίδουμε τις κολακείες.
Nomansland ευχαριστούμε, επίσης, για τους επαίνους…πάντως τα σχόλια που γίνονται εδώ είναι μάλλον συγκρατημένα σε έκταση, πρέπει να δεις αλλού τι γίνεται…
Anonyme του ηλεκτρικού: Καλή τύχη παιδιά.
Oistre-oistre είσαι εδώ; Γράφουμε πάντως αραιά και πού, ώστε να μην εξαντλούμε τον αναγνώστη. Καλό καλοκαίρι. Φιλιά.
Anonyme των 4:10, το ’πιασα.
οδοιπόρε
Ηρεμήστε, αγαπητές κι αγαπητοί. Πρώτον, ελάχιστοι σας διαβάζουν: ένα μικρό υποσύνολο όσων μιλάν ελληνικά. Τι να λέμε, δηλαδή.
Να λέμε ότι ακόμα και το ελάχιστο δυνατό υποσύνολο όσων μιλάν ελληνικά ήτοι ένας και μόνος άνθρωπος είναι ικανός να σε φέρει σε απόγνωση, σε παροξυσμική κρίση. Δατς λάιφ. Δεν βλέπω την προφανή σχέση μεγέθους ακροατηρίου- ψυχικής έντασης.
Επίσης, όσον αφορά το ταλέντο, την ευφυία, τη σπάνια καλλιέργειά σας και τα συγκλονιστικά βιώματά σας, ε, εντάξει. Δεν είναι τόσο πελώρια, παγκόσμια και πανίσχυρα όσο νομίζετε: συνεχίστε να γράφετε αλλά μην τρελαίνεστε να αξιολογείτε τους άλλους.
Προσπαθούμε να βρούμε πρόεδρο- γενικό γραμματέα να μας αντιπροσωπεύσει αλλά τζίφος. Πάντως είναι σίγουρο πως υπάρχει μπλόγκερ με παγκόσμια βιώματα (και πανίσχυρα απ’ ό,τι λένε), τον έχουν δει άνθρωποι και έχουν μείνει με το στόμα ανοιχτό.
Anonyme των 7:09. Το χρωστάω βεβαίως, αυτό να λέγεται. (αλλά σάματις είναι το μόνο;)
Rodia. Μερσί μερσί μερσί. Πολύ ωραία παρουσίαση του προγράμματος και ενδιαφέρουσα η προσέγγιση. Από κοντά και ο μέγας κριτικός (μη μπλόγκερ) ο οποίος εξαιτίας προφανώς των πελώριων, παγκόσμιων και πανίσχυρων βιωμάτων του μπορούσε να μιλήσει για την κατρακύλα με άνεση.
Όχι στο μοντέρνο για το μοντέρνο! Γιατί ιδού κατά πρόσωπον τα αποτελεσμάτα της μοδός! Στο μικροσκόπιο σου δείχνουμε την μίμησιν που για κανέναν δεν είναι ευχάριστη, αλλά και πάλι έλειπε κάτι. Όπως δυστυχώς, λείπει συνήθως. Λείπει η δύναμη της αυθεντικότητας από τους σύγχρονους ανθρώπους. Λέίπει το απλό; της διαφορετικότητας, Λείπει η προσωπική αλήθεια. Γιατί? Γιατί όλο και πιο λίγοι τολμούν να εκφράσουν αυτό που έχουν στην ψυχή τους? Αυτούς τους λίγους πάντως εγώ τους λατρεύω. Ό,τι και να λένε το λένε γιατί αυτό πιστεύουν κι αυτό υπερασπίζουν. Άντε και στα δικά μας!
Άντε σίγα σιγά ή γοργά γοργά ν΄αρχίσουμε ν΄αντιλαμβανόμαστε τα αυτονόητα της ψυχής μας. Γιατί έλεος δεν πάει άλλο στήσιμο αντιγραφής! Hello! Αγάπα τον εαυτό σου! Αγάπα την ταυτότητα σου! Hallo αποδέξου τον δικό σου Άμλετ! Αποδέξου τα δικά σου διλλήματα! Μην αντιγράφεις άλλο! Έλεος
ΥΓ. Κατι μου λέει ότι μάλλον είναι λάθος που γράφω αυτό το ποστ, χωρίς να είδα την παράσταση. Κάτι προφανώς είπα λάθος. Αλλά βλέπω την ζωή που όλοι μιμούνται κάτι άλλο, και γι' αυτό μου χτύπησε φλέβα... αλήθειας του ψεμματος να την πω.
Σοορυ για τον χώρο σας, σόρρυ για τον χχρόνο σας, αυτό ένιωσα, αυτό είπα.
Υ.Γ.2 Κι όσο για την παράσταση, κάποια στιγμή πιστεύω θα έπρεπε να γίνει το μεγάλο μπαμ. Θα έπρεπε να γίνει η μεγάλη αντίδραση. Να φύγουν οι θεατές π.χ., να γελάσουν ίσως με την καρδιά τους για το γελοίο της απομιμήσεως. Να πετάξουν ντομάτες ίσως αν είχαν. Αλλά όχι. Όι νόρμες της εποχής επιτρέπουν τέτοιες αντιδράσεις σε τόσο γελοίες καταστάσεις?
Πάντως το θέατρο κατ' εμέ, οφείλει να εξυψώνει, κι όχι κι άλλο να καταρρακώνει.
Υποκλίνομαι
Post a Comment
<< Home