vita moderna

kisses, tears & psychodramas

13.12.08

Η σύγκλιση

Πρέπει να βαδίζουμε προς ομαλοποίηση καθότι οι καναπέδες τιτίβισαν και πάλι από το πρωί: πώς θα γίνουμε όμορφες και λαμπερές τα Χριστούγεννα, πώς το τετράγωνο των αρνητικών όψεων επηρεάζει τους Kριούς και πώς λίγο μάνγκο θα προσθέσει κάτι από Ντόνα Κάραν στο άρωμα της φασολάδας. (Τα πρωινάδικα δεν έχουν τζαμαρίες;)


Ο παράδεισος της Τάξης


Γράφω αυτό το ποστ, κατά παραίνεση του φύλακα-άγγελου qarcq και όσων άλλων με σκεπάζουν με την κουβερτούλα των σχολίων τους και δεν μ’ αφήνουν να μαραθώ ήσυχα στη γωνιά μου, σαν μαϊντανός ξεχασμένος στο ψυγείο. (κατάφερα να κάνω μελό και τη μαναβική) Νιώθω τόσο καταρρακωμένος αυτές τις μέρες (πρέπει να είμαι ο μόνος) που το γράψιμο μου φαίνεται χειρότερο από σκάψιμο. Τι να γράψεις, τι άλλο να πεις. Αλλά να που το κάνω.

*



Όταν, παρά τις κάμερες-κινητά που κυκλοφορούν κατά χιλιάδες, τους ερασιτέχνες και επαγγελματίες φωτογράφους πίσω από κάθε κολώνα, παρά το βίντεο της αποχώρησης των δραστών και τους φυσικούς μάρτυρες του γεγονότος, συνεχίζουν να βγαίνουν πιστόλια στα επεισόδια, ο δε υπαίτιος ισχυρίζεται περίπου ότι πυροβόλησε για να σωθεί (και ότι το παιδί- απόκλιση ήταν Παναθηναϊκός), αναλογίζομαι τα μαύρα σκοτάδια προηγούμενων δεκαετιών, ανθρώπους που μπλέχτηκαν στον εφιάλτη της συγκάλυψης βλέποντας τους δικούς τους να εκτελούνται μία και δύο και δεκαπέντε φορές, χωρίς, μάλιστα, την αλληλεγγύη μιας κοινής γνώμης σκυμμένης πάνω τους όπως τώρα. Γρήγορα ξεχνάει ο άνθρωπος. Ένα μεστό κείμενο του Ρακάσα, που θυμάται.

Κατά τα άλλα να επιστρέψουν όλοι στις θέσεις τους. Να καταδικαστούν οι ακρότητες ώστε να ξαναμπεί στη ράγα το τραινάκι που μας έφερε ως εδώ. Κάθε κουβεντολόι ξεκινάει τελευταία με τον θρησκευτικό όρκο: -Αποτάσση τω Σατανά; -Αποτάσσομαι. -Καλώς, πάμε παρακάτω. (στο δεκάλεπτο όμως ο συντονιστής επανέρχεται: δεν σε βλέπω να καταδικάζεις απερίφραστα. Πες ρε, μίλα. Πες το να σε ακούσω).

Διότι δεν είναι μόνο το όπλο του μπάτσου μαγικό. Υπάρχει κόμμα το οποίο κατεβάζει τον κόσμο στο δρόμο, με απλή κρούση των δαχτύλων: Σναπ! Φτάνει να υπονοηθεί λίγη δυσφορία Αλαβάνου, ένας αστερίσκος της διατύπωσης Κουβέλη, ένα βηχαλάκι χρονοκαθυστέρησης του Τσίπρα για να μεταδοθεί ο επαναστατικός πυρετός απ’ άκρου εις άκρη στην Ελλάδα, να ριγήσει η νεανική καρδιά από ενθουσιασμό. Περιμένουν τα παιδιά με τα γραντζουνισμένα γόνατα (μορτάκια του άσπρου σύννεφου-ναυτάκια του περιβολιού), να τους δοθεί το σύνθημα: Λέγε, αφεντικό! Ρίχνω στη τζαμαρία ή τον αφήνω να κάνει Χριστούγεννα;

[Μαγική σύνδεση: Είναι αφασικοί και απολιτίκ, πλην πειθαρχημένοι στον Αλαβάνο. Όλοι τους.]

[Πάει και αλλιώς: Είναι έξυπνοι, ώριμοι, ευαίσθητοι αλλά τους υποκινεί ο Σύριζα.
Κι αυτό σωστό.]

Για τη σύνθεση του νεανικού πληθυσμού, ο Ξυδάκης, θερμός και με άποψη.

*


Οι πάντες «έμαθαν» από τα παιδιά τους. Πολιτικοί χρόνια, ούτε που τους πέρναγε από το μυαλό πως κάτι τρέχει, γύρισαν στο σπίτι συντετριμμένοι και ρώτησαν: πες μου παιδί μου· πιστεύεις πως καράφλιασα; Υπάρχει μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη πρακτική κατευνασμού δια της συμφωνίας. Υπουργοί, πρωθυπουργοί, βουλευτές σε συμπολίτευση-αντιπολίτευση, μικροί-μεγάλοι με λουλούδια στο χέρι ομονοούν ότι οφείλουμε να εξεγερθούμε λιγουλάκι. (κόσμια πάντα) Τέτοια τρυφερή ατμόσφαιρα, σπάνια τη συναντάς. Αλλά και το βράδυ, όλοι βρίσκουν μια χαρά αιτίες-αποτελέσματα-θεραπεία . Από τον Νίκο και την Τατιάνα, στον Τατούλη και τον Λοβέρδο…αντί να διαφωνούμε άκαρπα με το κοινό αίσθημα, σκέφτονται, συμφωνούμε και επαυξάνουμε, οπότε το κοινό αίσθημα μπερδεύεται. Στο τέλος, η γιαγιά που πέταγε νεράντζια, τα κάνει κομπόστα και τα τρώει.

(για την κοσμιότητα της εξέγερσης, ο Talos, συστηματικός και πλήρης.)

Μόνο ο Χρήστος Γιανναράς, πρόλαβε εν μέσω φλεγόμενης πόλης, στα δύο πρώτα λεπτά της τοποθέτησής του στην ΕΤ3 να φωτίσει αλλιώς τα γεγονότα μιλώντας για αποδόμηση της γλώσσας και αποδόμηση της ιστορίας. Να με συγχωρεί ο αγαπητός καθηγητής αν στη συνέχεια φώτισε έτι περαιτέρω τα αίτια, αλλά δεν άντεξα. Με τέτοια αναλυτικά εργαλεία σκέψης, σκέφτηκα, όπου να ναι θα λαμπαδιάσει και η ΕΤ3.

*


Κοροϊδεύω τα της TV, αλλά χάρηκα με τις τοποθετήσεις των περισσοτέρων. Και στο ραδιόφωνο άκουσα κουβέντες τολμηρές, ανθρώπινες. Αν η μηντιακή συμπαράσταση ενέχει υποκρισία, η λεγόμενη ψύχραιμη ανάλυση πάνω στον τάφο, μου φαίνεται αφόρητη. Λαός που πλέκει κάθε αντίδραση γύρω από το συναίσθημα, χρειάζεται πάντα να προσωποποιήσει το δράμα. Να μπει στη θέση της μάνας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ενώ ξεχείλιζε η οργή για τη δολοφονία του παιδιού οι ξένες ανταποκρίσεις κρατούσαν πάντα σε δεύτερη μοίρα το συμβάν, εστιάζοντας στην οικονομική και κοινωνική κρίση που πυροδοτεί την αντίδραση. Μπορεί να κάνω λάθος αλλά είδα σ’ αυτό μια μικρή διαφορά στη θερμοκρασία του βλέμματος. Το μεγάλο κάδρο να καταπίνει το μικρό. Δεν θέλω να αξιολογήσω στάσεις. Λέω τι με αναπαύει, προσωπικά.

(Παρήγορο συναίσθημα βρίσκω πάντα στον Μπουκάλα.)



Και κάτι ακόμα. Υπάρχει μια διαδεδομένη αντίληψη πως το συναίσθημα συσκοτίζει την κρίση, μάς απομακρύνει από την αλήθεια, εμποδίζει την απονομή δικαιοσύνης. Πέρα από την απλοϊκή προσέγγιση ότι η αλήθεια είναι μια πραγματικότητα περίπου σαν το δέντρο απέναντι να την αγκαλιάσω, αντιλαμβάνεται και τη δικαιοσύνη σαν έννοια υπερχρονική και υπερτοπική. Λες και υπάρχει δικαιοσύνη έξω από το νομικό σύστημα που την αποδίδει. Λες και δεν ξέρουμε ότι κατά χώρα και εποχή μπορεί να καθίσεις στην ηλεκτρική καρέκλα ή να φύγεις κύριος την επομένη, ό,τι κι αν έχεις κάνει.

Δεκάδες κείμενα εντός και εκτός της χώρας, εμπεδώνουν την ιδέα ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένη έξαρση της νεανικής βίας, αλλά για ριζωμένη, βαθιά δυσφορία της κοινωνίας που (συνειδητά ή ασυνείδητα) εναποθέτει ελπίδες εξόδου, στα παιδιά της.


[φωτο: arxedia media/salami_edafous via mhulot]