vita moderna

kisses, tears & psychodramas

25.11.06

Δύο

*



Στις 17 Οκτωβρίου ξεκίναγε η προπώληση των εισιτηρίων, στις 19 το πρωί έτυχε να περνάω μπροστά από το Παλλάς. Κόσμος, λαός. Στήνομαι στην ουρά κι αρχίζω να παίρνω τηλέφωνα· πότε βολεύει τον έναν, πότε τον άλλον να κλείσουμε. Συμφωνούμε για τις 4 Δεκεμβρίου. Χαζεύω γύρω μου τον κόσμο. Η βασική ηλικία πάνω από 60. Όλες κυρίες. Δεν έχω απολύτως τίποτα με τις κυρίες αλλά ήταν λιγάκι εφιαλτικό καθώς κι άλλες κυρίες, περαστικές, ρωτώντας «τι γίνεται εδώ καλέ;» στήνονταν κι αυτές με χαρά! Αλλά κάνω λάθος. Μια κυρία 60 χρονών σήμερα φαίνεται το πολύ 50. Εδώ μιλάμε για ηλικίες πάνω από 70- δεν υπερβάλλω γιατί δεν έχω λόγο.

Από την άλλη, τι να πω. Ποιος νέος άνθρωπος θα στηθεί πρωί πρωί να βγάλει εισιτήριο για δυο μήνες μετά; Έχει και κάτι υπεραισιόδοξο (για να μην πω μωροφιλόδοξο) να είναι φερ’ ειπείν τέλος Αυγούστου και συ να κλείνεις ξενοδοχείο για τα Χριστούγεννα. Δεν το κατάφερα ποτέ μου και, νομίζω, ούτε κανείς απ’ τους φίλους μου.
Τα ίδια για τον Σαββόπουλο, τον Πανούση, τον Κόπερφιλντ, τον Βογιατζή. Όλα sold out. Μα πώς γίνεται αυτό ρε παιδί μου. Πόσες Ελλάδες έχουμε τελικά; Τόσος κόσμος τρέφεται με θεάματα; (κι άντε μετά να δεις νέους ανθρώπους στα μαγαζιά με τις φιάλες 180 γιούρος για ένα τραπεζάκι κάτω από τις σκάλες, πίσω από τους μουσικούς. Τους παίρνει και τα κάνουν. Ο Πανούσης, αρκετά ακριβός πέρυσι, ήταν τίγκα στη γραβάτα.)

*



Ξέφυγα όμως. Διαβάζω αυτόν τον ενθουσιώδη πρώτο σχολιασμό του έργου από τον Άρη Δαβαράκη και χαίρομαι πραγματικά. Φαίνεται τα πράγματα να πήγαν όπως ακριβώς έπρεπε. Ο Παπαϊωάννου με είχε "τρομάξει" στη συνέντευξη με την Παναγιωταρέα. Ο λόγος του τόσο επεξεργασμένος, άρτιος, σχεδόν σοφός! Ο άνθρωπος είναι κόσμημα. Όλα τα ταλέντα και η χάρις και η ευφυΐα, σε έναν νέο καλλιτέχνη. Επικίνδυνο πράγμα.

Έχω την αίσθηση ότι όλοι τον παρακολουθούμε καχύποπτα, επιφυλακτικοί καθώς είμαστε με τη διασημότητα. Όμως δεν είναι απαραίτητο να συμβεί έτσι. Όσα μόλις διάβασα με πείθουν. Θα δούμε.

24.11.06

Βγαίνω να ξημερωθώ

Στo Ληδάκι, που μουλιάζει στις βροχές της επαρχίας.



(Μα τι βλαμμένη, τι ξινή πεθερά που είναι η γλώσσα ρε παιδί μου. Θέλεις να γράψεις δυο γραμμές για τη χαρά, την έκρηξη ενέργειας που νιώθεις κάθε φορά με τη μουσική, και βλέπεις τις λέξεις σου να σφίγγονται, να ζορίζονται, να στριμοκωλιάζονται. Όλο νιά… νιά… νιά, άει στο διάολο, βαρέθηκα.)

(Θα ’ρθεις και θα ’ναι πάλι σχεδόν Χριστούγεννα. Ίσως να βρεθούμε στα σκοτάδια, με τα γεμάτα cutty sark στο χέρι, ψιλοάχρηστοι και τελειωμένοι. Δηλαδή ό,τι πρέπει για τα μπιτάκια του τεκνοσαραντάρη, του ροκαναθρεμμένου.)

Γεια σου Ληδάκι. Θα σε συναντήσω στο ρεφρέν.


(Το φινάλε του κομματιού πάνω από το vita moderna)

Ολόκληρο, για κατέβασμα εδώ: Dj Shadow, organ donor.

*


Απογευματινό update: Λέω να εκθέσω πώς τα επεράσαμε χτες- τι σόι ημερολόγιο κρατάμε.

Επειδή είχα ήδη αρχίσει να πίνω γράφοντας το ποστ, δεν μπορούσα να πετύχω ούτε τα λινκς, ούτε τις λέξεις. Μου πήρε τρεις ώρες αυτό που βλέπετε πιο πάνω. Ήταν και οι συνεννοήσεις ενδιάμεσα. Τελικά βγήκαμε σόλο μπόϊζ και είχαμε περίεργη διαδρομή- καμιά σχέση με τρεντίλες. Πήγαμε στο bar της στοάς κάπου πίσω από τον Κολοκοτρώνη. Η μουσική ήταν χάλια, ο ήχος ήταν χάλια, ο κόσμος ήταν χάλια και τα κορίτσια δεν μας κοιτάζανε ντιπ για ντιπ, γιατί είμαστε υπερήλικες. Μια άγνωστη Κατερίνα γιόρταζε και ο Δημήτρης της πρόσφερε τριαντάφυλλα (χωρίς περαιτέρω ανάπτυξη). Εκείνη την ώρα έπαιζε ένα κομμάτι από το broken flowers και ήθελα να εξηγήσω του έρμου βιοπαλαιστή ανθοπώλου τη σύμπτωση. Καταλήξαμε με τον Τάσο ότι το τοιούτον ήτο αδύνατο. Κατά τα άλλα το μουσικό πακέτο ήταν ένα χαοτικό λόλιποπ νοστάλτζια πράγμα. Έπαιξε όμως το organ donor και κουφάθηκα. Τι διάολο, τόσες συμπτώσεις; Κουνήθηκα ολίγον συγκρατημένα καθότι δεν είχαν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για την έκσταση. Μετά, ως είθισται, βούλιαξα στην κοινωνιολογία, κυρίως σε ό,τι αφορά την αμηχανία των μπαρζζ- τα έχουμε ξαναματαπεί πέρυσι (με σχετική επιτυχία). Τελικά φύγαμε και τα τελευταία ποτά δεν τα πληρώσαμε.

Ο Δημήτρης πρότεινε να πάμε στο c.c. που είναι δίπλα και έχει ατμόσφαιρα. Ο Τάσος είπε εγώ σε μαγαζί με ελληνικά δεν μπαίνω και έφυγε με τη μηχανή του βζιν βζιν. Εδώ επιτέλους μας κοίταζαν γιατί ο μέσος όρος ανέβηκε δραματικά και γίναμε εμείς τα τεκνά. Έπαιζε και το διασκευασμένο «όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο» (καλύτερο έγινε). Αναρωτηθήκαμε εάν υπήρχε θέμα «συνοδού» πολυτελείας για ώριμους έρωτες, καθότι παρατηρήσαμε διάφορα κουφά σχήματα. Πριν καταλήξουμε, το μαγαζί είχε αδειάσει. Βρήκαμε γρήγορα ταξί αλλά στο Φιξ είπαμε να σταματήσει και κάναμε το απίστευτο: μπήκαμε στο κέντρον διασκεδάσεως που τραγουδάει η Καίτη Τρίκα, ή η Τρίκη Τράκα και ο Τάκης Τρίκης, κάτι τέτοιο. Ήταν ένα φρεσκοβαμμένο μεγάλο δωμάτιο, σαν να έχεις πάει στην εκδρομή τρίτης Λυκείου στο λάθος μαγαζί. Ο μπασίστας ήταν κολλημένος στον τοίχο για να χωρέσει. Ο κιθαρίστας μισοκοιμότανε. Πέντε τραπέζια. Κάτι αναιμικά πανεράκια με εφτά γαρύφαλλα το ένα. Μπαρ δεν υπήρχε, καθίσαμε σε τραπέζι, ήπιαμε τα γνωστά και κάναμε κι άλλη κοινωνιολογία του γαρύφαλλου. Ο Δημήτρης με ρώτησε αν θα μου άρεσε να έχω σχέση με μια τραγουδιάρα και να έρχομαι να τη βρίσκω μετά τη δουλειά της. Mου έκανε εντύπωση ότι την είπε τραγουδιάρα. Μετά βγήκαμε τύφλα στη Συγγρού και τα αυτοκίνητα κάνανε ίου περνώντας γρήγορα. Επέμεινα να φάμε στο 24ωρο.

Με εντυπωσίασε ξανά ο Δημήτρης, αυτή τη φορά που καταφέρνει και τρώει πατσά. (καθότι πάνω από τα μισά φαγητά του φαίνονται ότι είναι κάπως γλιαπ και στο στόμα κάνουν κλιιτς κι όταν κατεβαίνουν στο λαιμό αφήνουν ένα αίσθημα μπλιαχ).
Μετά ήταν πια έξι η ώρα, κατά τα ειρημένα. Με είχαν επισκεφτεί 15 νυχτερινοί επισκέπται και μου είχαν αφήσει μηδέν κόμεντς. «Δεν άρεσε το κομμάτιον» σκέφτηκα πλαϊάζοντας βουστροφηδόν.

18.11.06

Τα σκατόπαιδα

Εξαρχής η αισθητική του πράγματος- το πρωτοσέλιδο, η γλώσσα του παιδιού, οι (δήθεν) συνταραγμένοι γονείς της ελληνικής κοινωνίας και οι συμπαραστάτες επώνυμοι- έφερνε ολίγον σε φάρσα. Και είναι αυτή η δήλωση-υπογραφή (Αλέξανδρος, 13χρονών) που, προτάσσοντας την ηλικία, ακυρώνει κάθε δυνατότητα αντιπαράθεσης. Διότι ποιος μπορεί πραγματικά να τα βάλει μ’ ένα παιδί; Και από την άλλη, ποιος πιστεύει ότι διάβασε απλώς ένα παιδί και όχι μια οικογένεια, μια κοινωνική "τάση" ολόκληρη, που βρήκε βήμα φιλόξενο στην καλή εφημερίδα για να προπαγανδίσει το αίτημα μιας στιβαρής παιδείας- απάντηση στο αντίπαλον δέος του θύραθεν ισοπεδωτισμού;

Η δεύτερη επιστολή ξεκινάει με έναν Καραϊσκάκη. Να κατακάτσει ο κουρνιαχτός να μετρηθεί τα’ ασκέρι- οι από εδώ κι οι από εκεί, οι συσπειρωμένες δυνάμεις του καλού και ο χύδην όχλος. Συνεχώς «λαμβάνει» επιστολές συμπαράστασης και «αληθεύει» την πραγματικότητα της δικής του. Ευχαριστεί τον δήμο, την εκκλησία (και τις υγιείς δυνάμεις του τόπου, υποθέτω) που συμπαρίστανται στον μεγάλο ανένδοτο. Η νεολαία βομβαρδίζει ή βομβαρδίζεται, δεν καταλαβαίνω τη σύνταξη [ «ήθελα οι λέξεις να ταξιδεύουν μια μια στα αμπάρια της ψυχής και της συνείδησης, και όχι να χρησιμοποιήσω αντιαισθητική εισαγόμενη βάρβαρη φτωχή γλώσσα που βομβαρδίζεται από εμάς τη νεολαία». ] Αφού διέγνωσε τον τύπο της κρίσης που περνάει ο τόπος, η κοινωνία, η Παιδεία, προτείνει ορισμένες λύσεις.

Κυρίως τη φροντίδα της οικογένειας που θα το οδηγήσει στη μελέτη της μητρικής γλώσσας, την κλασική λογοτεχνία (όχι τίποτα αμφιλεγόμενους μοντέρνους) και την καλή μουσική. Αντί για παράδειγμα να κλείνεται στο δωμάτιο ακούγοντας Ημισκούμπρια με τους κολλητούς του, θα κάθεται δίπλα στο παράθυρο στοχαστικά, βυθισμένος στο «απόγευμα ενός Φαύνου» του Ντεμπισύ. Θα αγνοεί τη Ζουμπουλία αλλά θα γνωρίζει καλώς τον χαρακτήρα του Αλιόσα Καραμάζοφ. Γράψε λάθος. Καλύτερα να είναι δικός μας ο κλασικός: Ο Σκιαθίτης κοσμοκαλόγερος! (καθότι η λογοτεχνία δεν νοείται ως αυτόνομο πεδίο, αλλά ως στυλοβάτης της γλώσσας.)

*


Είπα ότι δεν έχει νόημα η αντιπαράθεση, αλλά αυτό κάνω. Ίσως να πέφτω έξω, αλλά πιστεύω πως κάθε γονιός που διαθέτει ένα μέσο, συνηθισμένο, ανυπάκουο σκατόπαιδο, μετά την ανάγνωση της χτεσινής επιστολής θα το αγκάλιασε ανακουφισμένος.

Πώθ κθεχωρίδει ο ταλαντούχοθ!

Σα να συνάντησε ο Κουστορίτσα τον Tim Buckley, ένα πράγμα.

beirut


Beirut, Gulag Orkestar



Πολλά χάλκινα, πολλά χρώματα. Συγκινητικό mix. Και εξώφυλλο που μαγνητίζει!

Για κατεβασιές αβέρτα: 1, 2, και 3.

(ας αγοράσει και κανένας τίποτα. Είκοσι χρονών λιεβέντης είναι)

(κριτικές εδώ κι εδώ και αλλαχού)

*


Για το σημερινό Πολυτεχνείο: Αφού δεν είχε νέα / ευχάριστα να πει /
καλύτερα να μη μας πει κανένα.

11.11.06

διακόπτουμε επ' ολίγον

...για κάτι πιο Σαββατοβραδιάτικο. To lunacy από τους Radar.

Για τους μικρούς μας φίλους.
Για την αραιοποσταρισμένη Lespritia.
Για την (εξαφανισμένη πλέον) Helion.
Πολύ σύντομα και πάλι κοντά σας με τη συνηθισμένη ειδησεογραφία, τα νέα από το χρηματιστήριο και τον καιρό.

6.11.06

Η επόμενη μέρα

*



*


Σχετικά με τα πρόσφατα γεγονότα παραπέμπω στον kuk που παραπέμπει στον sraosha που παραπέμπει στον οld boy. Βρίσκω εύστοχα όσα λέει στο κείμενό του αλλά και στον σχολιασμό που ακολούθησε. Απορώ γιατί ποστάρουμε τσάμπα και βερεσέ αφού υπάρχει αυτό το παλιό-παιδί που συναιρεί το κοινό αίσθημα. Αστειεύομαι. Η αλήθεια είναι ότι έπεσα πάνω σε πολύ ενδιαφέροντα κείμενα, δυο μέρες τώρα που είμαι καθηλωμένος με πυρετό (και με την παραδοσιακή χιλιπλουμισμένη fleece του ΙΚΕΑ στην πλάτη). Να σημειώσω κι εγώ μερικά πράγματα που κατά πάσα πιθανότητα θα είπαν άλλοι πριν από μένα.

*


Δεν βλέπω στο μέλλον ρυθμίσεις, ούτε έξωθεν επιβεβλημένες ούτε έσωθεν αυτορυθμισμένες. Να εξηγήσω γιατί.

Το μεγαλύτερο τελευταίο σοκ ήταν για μένα η διαπίστωση ότι το internet ξεθεμελιώνει τη μουσική βιομηχανία. Ότι παραδοσιακοί κολοσσοί όπως η Columbia και λοιποί συγγενείς, προσανατολίζονται λέει, προ της κατάρρευσης, στα ringtones. Άκουσον! Έλα και πες μου εσύ ποιος μπορούσε να φανταστεί τι μας ξημέρωνε σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με τη μουσική. Άκουγα την αγωνία της αναρώτησής του Πετρίδη προχτές, δηλ. πώς θα γίνεται τώρα, δηλαδή το my space είναι το καινούριο; Δηλαδή μόνο από τα λάιβ θα ζουν τα συγκροτήματα; Μα μόνο από τα λάιβ; Ο Μιχάλης Δέλτα διαπίστωνε πρόσφατα στη συνέντευξή του πως οι νέοι δεν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για τη μουσική.

Είναι κρίμα. Από τα αριστουργηματικά εξώφυλλα, τους δίσκους αμέσου κοπής και τις κεφαλές από ξύλο τριαναφυλλιάς- στους τόνους μεγαμπάιτς που τρέχουν στα καλώδια και σαβουριάζονται στον σκληρό. Με πληγώνει που η δισκοθήκη από στοιχείο ταυτότητας μετατράπηκε σε αποθήκη υλικού που δεν πρόκειται να περάσει ποτέ από το δυνάμει στο ενεργεία. Όμως! Ας θυμηθούμε ότι υπήρχε μουσική και πριν τον φωνόγραφο. Ότι οι δίσκοι αφορούν απλώς μια «στιγμή» της μουσικής ιστορίας. Και ότι τώρα βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση στο πηγάδι του internet όπως στην εισαγωγική σκηνή της Αλίκης στη wonderland. Δεν ξέρουμε τι μας περιμένει στη νέα χώρα.

Δεν ξέρουμε τι μας περιμένει στη χώρα της απίστευτης έκρηξης λόγου, όπου μια άνευ προηγουμένου δημοσιοποίηση της ιδιωτικής ζωής ενός εκάστου, (και δη εκουσίως), αναπέμπει ένα διαρκές μουρμουρητό από εκατομμύρια, δισεκατομμύρια φωνές. Είναι άραγε δυνατόν αυτή η οχλαγωγία να μείνει ρυθμισμένη σε ένα fine tuning;

Κάποτε ο Σεραφείμ Φ. πήγε φυλακή υποστηρίζοντας ότι στην ελευθερία του τύπου- της έκφρασης γνώμης δηλ- δεν υπάρχουν αστερίσκοι. Tο επιχείρημα της άλλης πλευράς ήταν ισχυρότατο, ότι δηλαδή η μη δημοσίευση των προκηρύξεων ακύρωνε το κίνητρο της τρομοκρατίας. Τελικά υπερίσχυσε το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας. O σκοπός (της ζωής) δεν κατήργησε το δικαίωμα (της ελευθερίας). Συνεπώς; Είναι δυνατόν το ποτάμι, ο χείμμαρος αυτός της νέας έκφρασης να ρυθμιστεί από νομoθεσίες; Χλωμό.
Βρισκόμαστε άραγε μπροστά στη νέα ασυδοσία; Και ναι και όχι. Ναι γιατί όντως δεν υπάρχει φραγμός ή φίλτρο, Όχι γιατί η ορολογία είναι παλιά και δεν περιγράφει ικανοποιητικά τη νέα κατάσταση.

*


Ας θυμηθούμε λίγο την πορεία των μουσικών πραγμάτων στο δίκτυο: Οι εταιρείες αρχικά κάνουν μηνύσεις (και κατά ιδιωτών) εναντίον του music sharing κερδίζοντας αρκετές απ’ αυτές. Ο napster κλείνει, ακολουθούν οι συμφωνίες του στυλ ένα ευρώ το κομμάτι αλλά η δυναμική του downloading είναι τόσο μεγάλη και τόσο μαζική που σαρώνει κάθε επιχειρηματική προσπάθεια. Οι μηνύσεις σιγά σιγά ατονούν ώσπου εξαφανίζονται.

Τα blogs πολλαπλασιάζονται καθημερινά, πολλαπλασιάζοντας τους απειράριθμους ιδανικούς κι ανάξιους εαυτούς μας. Μπορώ να φτιάξω περσόνες ως thas-άγγελος, ως γυναίκα-καμικάζι, ως υβριστής του Άγγελου Μπασινά. Ακόμα και αν επικρατήσει iso ποιότητας σε μια ομάδα που δουλεύει με δεδομένη δεοντολογία, εγώ θα παραμείνω όσο κίτρινος θέλω εκτός του πλαισίου. Ποια διάσταση θα είχαν τα πρόσφατα γεγονότα (που οδήγησαν αρκετούς χτες και σήμερα να θέλουν απογοητευμένοι να κλείσουν τα μπλογκς τους) αν το monitor ανέβαζε εκατό χιλιάδες, ένα εκατομμύριο post την ημέρα; Τι σημαίνει αντί για 10 εφημερίδες αναρτημένες στο περίπτερο να συναντάς καθημερινά 700;

Το blogging, αν θέλει, μπορεί να μετατραπεί σε άριστο bombing. Κλειδώνεις τον στόχο και αντί για πολύγραφο και υπόγα, εκπέμπεις από το κόζυ καφέ της γειτονιάς. Ακούσατε- ακούσατε: Ο kukuzelis είναι gay παπαγάλος με φτερά πουά.
O μόνος κατά τη γνώμη μου τρόπος αντιμετώπισης είναι η δικτυακή περσόνα kukuzelis να έχει τέτοιο ειδικό βάρος που να μην χρειάζεται να απαντήσει. Να φαίνεται σαν το blog “tzitzifiogos me tsatsara” να καταγγέλλει το New Yorker για αναξιοπιστία. Στο μέλλον ο αγώνας θα είναι να αποδείξεις ότι μπορείς να θεωρείσαι αξιόπιστος συνομιλητής. Ήδη σήμερα, κάθε νέα είσοδος στα 2000 ιστολόγια είναι μια ανίσχυρη, αδύναμη φωνή που πρέπει να κοπιάσει αρκετά για να στήσει ένα μίνιμουμ επικοινωνίας με τους υπόλοιπους.

*


Και από την άλλη τι να σκεφτώ; Την κυρία Λουκά να κάνει μήνυση στον greek gay lolita; Τον αρχιεπίσκοπο να ελέγχει τον xoirovosko για λάθος εκτέλεση στο αλληλουάριο που ανέβασε; Η Ιφιμέδεια νομίζω σημειώνει, και ορθά, πως όταν γράφεις στο blog σου έχεις μια αίσθηση του μεγέθους σου. Ότι απευθύνεσαι σε μερικούς γνωστούς σου ανθρώπους που αντιλαμβάνονται το πλαίσιο. Ο Funel κατά τη γνώμη μου κάνει με το blog του ένα αισθητικό, εσωτερικό σχόλιο που δεν το απευθύνει στην ελληνική κοινωνία. Δεν το πετάει κάτω από τις εισόδους των πολυκατοικιών. Αν περάσεις έξω από το blog του και πεις, έπ! Τι γίνεται εδώ, δεν σας επιτρέπω κύριε! -μπορεί να έχεις κάθε δικαίωμα να νιώσεις προσβεβλημένος αλλά μάλλον κάνεις λάθος. Το blog με τίτλο «arxedia-media» δεν είναι φτιαγμένο για να αναρτηθεί σε περίπτερο. Eίναι ένα άριστο blog του διαδικτύου, που κλείνει μέσω του τίτλου το μάτι στους αναγνώστες του. Όσοι γράφουμε εδώ νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε: τις περισσότερες φορές έχουμε την αίσθηση πως δεν μας βλέπει κανείς.

*


Τα περισσότερα από όσα έγραψα πριν είναι γενικόλογα και αφορούν το μέλλον, έτσι όπως το φαντάστηκα απόψε το βράδυ (με πυρετό). Μπορεί να πέφτω έξω. Προς το παρόν, ειλικρινά συμμερίζομαι όποιον θίγεται από τα γραπτά του άλλου και θέλει να κάνει κάτι γι’ αυτό. Τα μεγέθη είναι ακόμα μικρά, σχεδόν γνωριζόμαστε. Αισθάνομαι ότι όλες οι πλευρές έχουν ένα ηθικό αίτημα από τον συνομιλητή τους. Αλλά ρωτάω πραγματικά όσους διαβάζουν αυτές τις ημέρες όσα γράφονται. Δεν εισπράξαμε όλοι τη διευρυμένη ανάφλεξη που προέκυψε, σαν μια αβάσταχτη, σχεδόν σωματική ταλαιπωρία; Δεν είναι για όλους το τοπίο φτωχότερο σήμερα;

Αν θυμάμαι καλά, υπάρχει κάπου ένα ελάχιστο σχόλιο του dark angel που απευθύνεται στον Anemo και στον Mcmanus με μια συγκινητική αμεσότητα: Σας παρακαλώ ρε παιδιά, σταματήστε, μη με γαμάτε!

*


Η πεζογράφος Κλαίρη Μιτσοτάκη, στους Σωρείτες της γράφει:

"Το μίσος είναι μια κλειστή στροφή που την παίρνεις χωρίς ορατότητα"



Είναι αυτό το τέλος της αθωότητας στο blogging; Είχε έρθει προ πολλού;

Καλή βδομάδα αδελφοί.

3.11.06

Ποστοκοπία*

*Η επινόηση, σε περιπτώσεις ανάγκης, ποστ βασισμένων στη λογική του copy-paste.
------------

Η εφαρμογή των ιδεών του Νίκου Ζαχαριάδη, στην Ιστοσφαίρα:

Λινκμπλαντικτισμός: Η εξάρτηση από τα λινκμπλογκς.

Τεχνοσερτσία: Η αναζήτηση στη μηχανή της Technorati άλλων blogs που παραπέμπουν στο δικό σου.

Ζιροφόβια: Ο φόβος που δημιουργείται όταν η ώρα περνάει και δεν εμφανίζεται κανένα σχόλιο στο post σου.

Παραθυμφόρηση: Τα δεκάδες ανοιχτά παράθυρα στη μπάρα, την ώρα του posting.

Μπουτομανία: Το ανεξέλεγκτο πάτημα των κουμπιών όταν κάθε άλλη λογική προσπάθεια αποβαίνει άκαρπη

Κωδιχασάουα: Η έλλειψη τάξης και σχεδίου στους κωδικούς.

Φορτοπανικός: Το άγχος ότι το blog σου εξαφνίστηκε για πάντα, κάθε φορά που ο explorer κολλάει αρνούμενος να φορτώσει τη σελίδα σου.

Χρονιαπολλάκιας: Τύπος μπλόγκερ που τριγυρίζει στα blog των άλλων αφήνοντας συνήθως ευχές.

Κολλητούμπας: Τύπος μπλόγκερ που έχει κόλλημα με τα video του you tube.

Μπραβαναγκασμός: Η αγχώδης υποχρέωση της ανταπόδοσης επαίνων σε κάποιον που σε συγχαίρει.

Μακμαντιλιτισμός: Η συνήθεια του Mcmanus να διαγράφει το blog του.

*


Ακολουθεί δείγμα του πρωτοτύπου πάνω στο οποίο βασιστήκαμε για να συνθέσουμε το ως άνω. Ο Νίκος Ζαχαριάδης είναι μέλος της διαρκούς επιτροπής για την επίσημη καθιέρωση του «πομ» στο τέλος του Eθνικού Ύμνου και γράφει τη στήλη "κακούργα (επι)κοινωνία" στην A.Voice:

EPMHNEYTIKO KAINOΛEΞIKO


Ψιλανικός: H κίνηση που κάνουν ταυτόχρονα οι επιβάτες ενός αυτοκινήτου και συνοψίζεται σε νευρικό και ακανόνιστο χαστούκισμα της τσέπης, κάθε φορά που πλησιάζουν σε διόδια και αναζητούν επειγόντως ψιλά.

Σκουικωδία: O ρυθμικός ήχος που προκύπτει, όταν βαδίζεις με καινούρια αθλητικά παπούτσια και η σόλα τους κολλάει ακόμα πάνω σε φρεσκοσφουγγαρισμένο πάτωμα.

Eκλέργα: H εσπευσμένη ασφαλτόστρωση των δρόμων μιας περιοχής, λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές, ώστε να θυμηθούν οι κάτοικοι την ύπαρξη του δημάρχου.

Tρομεσεμές: H ακλόνητη πεποίθηση που σε καταλαμβάνει στιγμιαία μόλις στείλεις ένα sms, ότι μέσα στη βιασύνη επέλεξες λάθος όνομα από τον κατάλογο και κατέληξε σε λάθος κινητό.

Mαντηλάγχος: H αγωνιώδης παρακολούθηση αυτού που πουλάει χαρτομάντηλα στα φανάρια, προκειμένου να δεις αν θα φτάσει μέχρι το αυτοκίνητό σου (πράγμα που σημαίνει ότι θα προλάβεις το φανάρι) ή αν θα σταματήσει σε κάποιο από τα μπροστινά σου (πράγμα που σημαίνει ότι λόγω πείρας σε έχει υπολογίσει για το επόμενο).

Δακτυλαιώρηση: Tο φαινόμενο όπου το μικρό δαχτυλάκι του ποδιού δραπετεύει από τις πλάγιες λωρίδες του πέδιλου, με αποτέλεσμα να αιωρείται σχεδόν κάθετα εκτός παπουτσιού.

Πουδιαόλισμα: H αγωνιώδης αναζήτηση των γυαλιών ηλίου σε όλο το σπίτι, πριν ανακαλύψεις ότι τελικά, όλη αυτή την ώρα, βρίσκονταν στερεωμένα στην κορυφή του κεφαλιού σου.

Aριθμάχαλο: H εκνευριστική συνήθεια των ανθρώπων να επαναλαμβάνουν το τηλέφωνο που μόλις τους έδωσες με διαφορετικό τρόπο (π.χ. ανά τρία ψηφία) από αυτόν που το είπες εσύ (π.χ. ανά δύο ψηφία), έτσι ώστε να μπερδεύεσαι και να μην είσαι σίγουρος ότι πρόκειται για τον ίδιο αριθμό.

Πληκτραρτέμης: H ήχος του πληκτρολογίου ενός computer που προδίδει στο συνομιλητή σου στο τηλέφωνο ότι όση ώρα του μιλάς ταυτόχρονα πληκτρολογείς κάτι, γιατί δεν σου λέει και κάτι τόσο σημαντικό ώστε να απαιτείται το 100% της προσοχής σου.

Aυτομηχανοδικία: Tα κρίσιμα δευτερόλεπτα καχύποπτης αναμονής που μεσολαβούν από την ώρα που βάζεις τα κέρματα στη σχισμή μέχρι τη στιγμή που ο αυτόματος πωλητής θα σου παραδώσει το προϊόν που αγόρασες, αποδεικνύοντάς σου ότι άδικα τον θεώρησες κακόβουλο, απατεώνα και χαλασμένο και ετοιμαζόσουν να τον κλωτσήσεις.

Φασινοχή: H ξαφνική διάθεση που σε πιάνει να τακτοποιήσεις και να ψιλοπλύνεις το σπίτι, όταν περιμένεις τη γυναίκα που θα το καθαρίσει, για να μη σε κακοχαρακτηρίσει και σε θεωρήσει βρομύλο.

Σακουπόθεμα: H γιγαντιαία στοίβα από σακούλες του super market, που για κάποιον απροσδιόριστο λόγο μαζεύονται σε ένα συρτάρι κάθε φορά που τακτοποιείς τα ψώνια.

Tσαντεπιδειξιομανία: H γιγανταία στοίβα από σακούλες κυριλέ καταστημάτων του εξωτερικού, που στοιβάζονται στο κάτω μέρος της ντουλάπας, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν όταν θέλεις παρεμπιπτόντως να κάνεις σαφές σε όλους ότι είσαι κοσμοπολίτης.

Aφηρμερίδα: Tο να ξεφυλλίζεις την εφημερίδα ενώ σου μιλάει κάποιος άλλος, με αποτέλεσμα να μη θυμάσαι τίποτα από όσα διάβασες.