vita moderna

kisses, tears & psychodramas

30.3.07

στερεοφωνία και οικογένεια

Μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα κυκλοφόρησαν τα τεύχη του θαυμαστού κόσμου των ζώων. Εικόνες και χαρτί με μαγνήτισαν- τέτοιες πολυτελείς εκδόσεις ήταν σπάνιες τότε. Η δυνατότητα, μάλιστα, τα διαβασμένα τεύχη να μετατρέπονται σε καινούριους τόμους μου φάνηκε σπουδαία προσφορά στον αναγνώστη.
Ο πατέρας μου διαφώνησε. Δεν έβρισκε τη σειρά χρήσιμη και άξια λόγου. Βασικό κριτήριο αγοράς τότε ήταν το αν επρόκειτο κάτι να μας μείνει. Μια εγκυκλοπαίδεια ανταγωνιζόταν οικονομικά μια ηλεκτρική κουζίνα αν όχι μια τηλεόραση· έχοντας ήδη πάρει την 36τομη Πάπυρος-Λαρούς είχαμε ξετιναχτεί οικονομικά.
Έπεσα να πεθάνω. Όποτε το θυμόμουν έβαζα τα κλάματα. Πίεζα τον πατέρα μου με κάθε τρόπο: «έλα βρε μπαμπά να την πάρουμε. Αφού, μαθαίνεις!» Περίμενα έτσι να ερεθίσω το βασικό αντανακλαστικό της οικογένειας που αφορούσε την πρόοδό μου. Αδύνατον.
Ξαφνικά συνέβη το απρόσμενο. Η μάνα μου συμφώνησε και με στήριξε κόντρα στην απόφαση του πατέρα. Με δικά της χρήματα άρχισα να αγοράζω κρυφά τα τεύχη και να τα φυλάω σε ντοσιέ. Μπορεί να ακούγεται αθώο αλλά εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο ήταν σχεδόν αιτία διαζυγίου.

Η κίνησή της με έσωσε από την απελπισία μιας ζωής όπου το όχι είναι πάντα όχι και ο κύκλος δεν τετραγωνίζεται ποτέ. Αν και μικρός ακόμα, καταλάβαινα ότι δεν ήταν τόσο τα δικά μου παρακάλια- εντάξει, έπαιξαν κι αυτά το ρόλο τους- όσο μια ανθρώπινη ποιότητα της άλλης μεριάς, που μου πρόσφερε τη νίκη από ψυχική γενναιοδωρία και αλληλεγγύη. Αγάπη λέγεται, για να συνεννοούμαστε.

*



Τα θυμήθηκα αυτά προσπαθώντας να προπαγανδίσω μέσα μου το δικαίωμα στη σπατάλη -τρώγομαι τελευταία να κάνω μια αγορά, υπερβολική και παράλογη από κάθε άποψη, ιδίως αφού δεν υπάρχουν τα χρήματα (μόνο credit διαθέτουμε). Ξύπνησα ένα πρωί με την έμμονη ιδέα ότι χρειάζομαι καινούριο στερεοφωνικό. Με την τελευταία στροφή στη τζαζ και γενικά προς έναν φυσικότερο ήχο, θυμήθηκα το ηχοσύστημα που έστησε κάποτε ο φίλος μου ο Χρήστος (με τον θρυλικό λαμπάτο audio innovations ) και την εμπειρία μιας τέτοιας ακρόασης. Τα φυσικά όργανα δεν ακούγονται στα μέτρια συστήματα. Ακούγονται δηλαδή, αλλά όχι θελκτικά. Η ορχήστρα της κλασικής είναι πάντα συναρπαστική στο live αλλά στο σπίτι μοιάζει ψιλοαδιάφορη έως πληκτική- εκτός από τη σύνθεση χρειάζονται και οι χροιές των οργάνων, η εικόνα τους, το στήσιμό τους για να σε κρατήσουν. Αντίθετα το ροκ και τα παρακλάδια του, όλοι οι ηλεκτρικοί ήχοι γενικά βγαίνουν μια χαρά σε φτηνά στερεοφωνικά, ενώ ζωντανά, αν εξαιρέσεις την ενέργεια, επικρατεί η παραμόρφωση.

Με την ευκαιρία ένα τραγουδάκι του Johnny Hammond απ' αυτά που ακούγονται παντού υπέροχα: τo Rock steady

*


(Άσχετο επιμύθιο: οι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα για ποιους λόγους ακριβώς τους αγαπάμε. Τις περισσότερες φορές τους έχουμε ξεχάσει κι εμείς οι ίδιοι.)

19.3.07

Οι αποδώ.

Ευτυχώς που υπάρχει το ξενοδοχείο (λίγο πριν ήταν το φιλοξενείο) και ξελασπώνουμε· αλλιώς κάθε τρίτο Σάββατο και αν. Το θέμα ήταν μια σκυταλοδρομία πόλης- ο καθένας συνέχιζε τη διαδρομή από εκεί που την άφησε ο προηγούμενος. Η τύχη με βοήθησε (δηλ. ο Αθήναιος) και έπεσα πάνω στα δικά μου βοσκοτόπια. Εδώ.

Δεν είναι τυχαίο ότι πληκτρολογώντας Νέα Σμύρνη στο google για φωτογραφίες, παίρνεις αυτά τα υπέροχα σαλονάκια:



Καμιά φορά και δια του λάθους οδηγείσαι στην αλήθεια.

12.3.07

Έχουμε και λέμε.

Κατ' αρχάς, μια ωραία ιδέα που εντόπισε η φίλη μου η Άννα. Τα παιδιά είναι σοβαρά (προτείνουν να κολλάμε με φειδώ τα αυτοκόλλητα ) και η κίνησή τους, ήδη γνωστή στας Ευρώπας, είναι σίγουρα αποτελεσματική. Περιμένω με χαρά τα δικά μου.

*




Για την Ψυχή στο στόμα τα είπε πρώτος ο μέγας Sraosha, οπότε υπέγραψα κατ’ ευθείαν και ησύχασα. Όταν πηγαίνεις καθυστερημένος στα θεάματα όπως εγώ, δεν έχεις τη χαρά της ανακάλυψης, συν ότι βλέπεις την ταινία φορτωμένος από το κουβεντολόι που προηγήθηκε. Υποψιασμένος, πάντως, και έτοιμος για πολλά χαστούκια από σκηνής, καθόλου δεν σοκαρίστηκα· αντίθετα με ενθουσίασε η απολαυστική γλώσσα της ταινίας, αυτό το μάντρα στυλιζαρισμένης χυδαιολογίας που λειτουργούσε μάλλον σαν ηχητική μπάντα ή ιδιότυπο σάουντρακ. Η μουσική χρήση των λέξεων προέκυψε από τη δουλειά ηθοποιών που είχαν το ειδικό βάρος να στηρίξουν τους διαλόγους, ώστε η ταινία να μη γείρει προς τη φάρσα. Το έργο λειτουργεί και πείθει γιατί έχει υψηλή ανθρώπινη ενέργεια.

( Τι’ν’ αυτά ρε. Ρε τι ν’ αυτά ρε μαλάκα. Ε; Τι είναι αυτά; Λέγερεμαλάκα, τι ν’ αυτά ρε. Τι είναι; Τι είναι ρε; Λέγε ρε, τι έχεις πάθει. Τι έχεις πάθει ρε μαλάκα, λέγε ρε.)

Η ταινία, πάντως, δεν μιλά για το όλον της ζωής αλλά για μια στιγμή της που συνειδητά πολλαπλασιάζεται κάπως μονόχορδα, στο ίδιο τονικό ύψος, με τρόπο αντιρεαλιστικό και κραυγαλέο. Στήνεται έτσι μια εκκωφαντική συμφωνία λεκτικής βίας που εμένα τουλάχιστον με μάγεψε. (κουφό, ε;- σε άλλους δένεται το στομάχι κόμπος). Κομμάτια από ατόφιο υλικό της καθημερινότητας, πρόσωπα που σωματοποιούν επιθετικά την ένταση και τη μοναξιά, αν και τοποθετημένα στους φυσικούς τους χώρους -διαμερίσματα και πλατείες υποβαθμισμένων συνοικιών- σκηνοθετούνται ως (υπαρξιακά) αρχέτυπα του ανθρωποφαγικού εγώ. Σε ένα προσωπικό σύμπαν μεγεθυσμένων λεπτομερειών και στοιχειώδους δραματουργίας, όλοι οι προβολείς φωτίζουν τα απελευθερωμένα βασικά ένστικτα που λυσσάνε για 111 λεπτά.
Συναρπαστικό.


Φυσικά έτσι το προσέλαβα εγώ. Διότι το αποσβολωμένο κοριτσάκι δίπλα μου, όταν άναψαν τα φώτα του διαλείμματος είπε στο αμόρε της: δεν μπορούσε να μας συμβεί τίποτα χειρότερο (ωραία διατύπωση η μικρή). Κατόπιν αποχώρησαν λυπημένοι.

*


Όλα καλά ρε. Όλα καλά.

*


Πολύ χαίρομαι με την κοσμοπλημμύρα που γίνεται. Ο κόσμος στήριξε δυο ταινίες αουτσάιντερ, τις ζωές των άλλων και αυτή. Δεν είναι όλα θεοσκότεινα στο γκρίχελαντ, κι ας φαίνονται έτσι.

*


Διασταυρωνόμενος με τις πορείες αυτές τις ημέρες, προσπαθούσα να ανακαλύψω τι διαφορετικό υπάρχει σ’ αυτή τη γενιά που τρώει τελευταία ανελέητη κριτική (και ξύλο). Πες με ψευδορομαντικό ή κολλημένο (καθότι είμαι), αλλά δεν κατάφερα παρά να δω τα ίδια ευγενή πρόσωπα, τo ίδιο σεμνό και πολύχρωμο πλήθος που γεμίζει κατά καιρούς τις συναυλίες του Θανάση Παπακωνσταντίνου, τα σινεφίλ αφιερώματα, τα θεατρικά υπόγεια, τα εικαστικά events, τις ξεχασμένες παραλίες των Κυκλάδων -άντε να τις βρεις τώρα πια. Δεκάδες ομάδες και υποομάδες χειραφέτησης, γκρουπ και γκρουπούσκουλα παρέμβασης, ίδιοι και απαράλλαχτοι πάσχοντες και αγωνιώντες οργανισμοί, εις τον αιώνα των αιώνων. Είναι τα πρόσωπα που μπορείς να συνεννοηθείς, νέοι άνθρωποι με ευφυΐα και ευαισθησία, που όσα χρόνια και να περάσουν κι εκείνοι δεν θα αλλάζουν, θα με συνδέει μαζί τους μια ενστικτώδης, αυτόματη αλληλεγγύη.

*


Αλλά φυσικά πάντα θα υπάρχει ένας πολιτικός λόγος για να φέρνει στα ίσα του την αλλήθωρη αυτή νεολαία. Στις μέρες μας ο αποτελεσματικός, καίριος λόγος αρθρώνεται από τον αρχιεπίσκοπο ο οποίος στοχεύει στην πηγή του κακού, που δεν είναι ακριβώς τα ξεστρατισμένα μαυρόπαιδα όσο οι ηθικοί αυτουργοί, οι γνωστοί και σεσημασμένοι γνωστοί μας διανοούμενοι:

«Με όλα αυτά (δηλ. με το βιλίο της ιστορίας που παραποιεί και νοθεύει τα ιστορικά στοιχεία, οπότε ο κλήρος κλπ, το κρυφό σχολειό, ο ελληνισμός κλπ…) δηλητηριάζεται η νεολαία μας, η οποία δεν έχει πνευματικό έρμα και παρασύρεται στον άνεμο με αποτέλεσμα να βλέπουμε αυτά που βλέπουμε τον τελευταίο καιρό, δηλαδή καταλήψεις, παρακώλυση της κυκλοφορίας και προχθές είδαμε παιδιά να ασελγούν στα σύμβολα του έθνους, να καίνε την ελληνική σημαία κ.λπ. Ποιός τη δημιουργεί αυτή την κατάσταση; Δεν είναι οι τεχνολόγοι αυτοί που γίνονται ηθικοί αυτουργοί, οι δήθεν διανοούμενοι;»
(Από την Ημερησία).


*


Όλα καλά ρε. Όλα καλά.

*


Τελευταία με έχει πιάσει μια αγάπη για έναν ήχο ανάγλυφο και καθαρό, με τις χροιές των φυσικών οργάνων, όπως η τζαζ του 60. Οδηγώ μια συγκεκριμένη ώρα κάθε μέρα, γύρω στις δέκα το βράδυ, πάνω από τις σούπερ γέφυρες του Πειραιά· το αυτοκίνητο ρολάρει, φαίνονται τα φωτάκια της πόλης και στον Εν λευκώ οι blues επιλογές της Ελένης Μαθιουδάκη.
Από εκείνην ανακάλυψα τον κιθαρίστα Grant Green.


Και τον οργανίστα Jimmy Smith.



Κατεβασιές:
Grant Green, Green Street.
Jimmy Smith, Since i feel for you.

Ακούστε τα δυνατά, νύχτα, κοντά στο παράθυρο. Δουλεύουν και σαν αντίδοτο στη σαχλαμάρα.

*


(Αυτό θα πει αυτοπεποίθηση. Να πιστεύεις ότι ο αναγνώστης σου σε παρακολουθεί μέχρι εδώ. Ας είναι. Γράφουμε αραία, οπότε τα 'παμε όλα ακαριαία.)