vita moderna

kisses, tears & psychodramas

29.9.08

Εν έτει δύο χιλιάδες και οκτώ, έτι υφιστάμενοι.

(διπλό τεύχος επετειακό, με cd )



Τι υφιστάμενοι δηλαδή, ίσα που καταφέρνουμε να επιζούμε με κάτι μισές ανάσες αγχωτικές, κοφτές, καυτές, πυρετώδεις - κι αυτό φίλοι μου δεν είναι (αποτυχημένη, έστω) λογοτεχνία αλλά πικρή και μαύρη κυριολεξία. Φλογίζομαι, τσουρουφλίζομαι, έχω μεγάλη αντράλα. Γλιστράει κάθε τόσο η κουβέρτα στο πάτωμα (τυλίγομαι, πάντως, όποτε το θυμηθώ), εκτός από το τάκα-τουκ των πλήκτρων έχω διαρκώς μέσα στο κεφάλι μου το gi-ve-it-to-me, yeaahh – κομμάτι-τσίχλα από το οποίο δεν μπορώ να απαλλαγώ καθότι εξετέθην σε ανελέητο τιβιμαντονόλοτζυ– συν τα πεταμένα χαρτομάντιλα, τα παρατημένα τσάγια, το ακατέβατο τριαντοοχτώ κι οχτώ. Έχω βαρεθεί τη ζωή μου. Μάνα γιατί με γένναγες.

*


[Βρίσκω φοβερό προϊόν τα χαρτομάντηλα. Να επιτέλους κάτι για το οποίο δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε την κυβέρνηση (μηδέ την αντιπολίτευση). Βελούδινη υφή και απίθανο άρωμα· με μόλις μια ταπεινή υποδιαίρεση του ευρώ- ογδόντα λεπτά;- βυθίζεσαι στο χειμωνιάτικο παραμύθι. Είμαι πολύ ευχαριστημένος.

Μπορεί και να ενθουσιάζομαι γιατί σκέφτομαι σαν αναγνωστικό της δεκαετίας του εξήντα: ο καστανάς και ο παπάς (του πήρε το καλυμαύχι ο αέρας), η φουφού: ιδού το φθινόπωρο. Και σιγά μην μεγαλώνει ποτέ ο άνθρωπος. Ως άτομο εκ φύσεως υπερφίαλο, νομίζω ότι ολοκλήρωσα πάνω-κάτω εκεί, στα εφτά-οχτώ μου χρόνια, τη βασική ανάγνωση στη ζωή. Όταν αργότερα διάβασα και τους Καραμάζοφ, έκλεισα σαν παιδί. Έγινα ο Αλιόσα.

Επειδή δεν ήταν σαφές, διευκρινίζω: όσα Βατοπέδια να σκάσουν, πάντα θα υπάρχει ένα απόθεμα συμπάθειας για εκείνον τον απλό παπά. Κάποιος να τον υπερασπιστεί ρε παιδιά (εγώ είμαι αυτός μάγκες, ο επονομαζόμενος thas ο δίκαιος). Και επιτέλους δεν θα αρνηθώ έτσι εύκολα την όμορφη ελληνοπαιδεία μου, που τόσο με δόξασε. Σχολική προσευχή, κατηχητικό, ντυμένα τετράδια θρησκευτικών με πράσινο βελουτέ- τι θα τα κάνω τώρα όλα αυτά; μου λες;]

*


Γουέλ, γιορτάσαμε και παλιότερα τα τρία μας. Φέτος, στα πέντε, είχα σκοπό να φωνάξω μερικούς φίλους (και βέβαια τις πολυαγαπημένες Τζίνα, Τζέση, Τζένη, Τζέλα), να ανοίξουμε καμιά σωμ-πάνια, λίγο σολωμό - να συζητήσουμε τα αδιέξοδα του μπλόγκινγκ, πού πάει όλο αυτό. Καταλαβαίνετε, Τζένη, πού πάει όλο αυτό. Αλλά με πρόλαβαν τα γεγονότα. Έχω χάσει και τον Κουκουζέλη. Ο εορταστικός μας τίτλος, εκτός από ταμπέλα γνωστού εστιατορίου στη Θεσσαλονίκη νομίζω ασυνείδητα μιμείται τον τίτλο του μέγα Τάλω, ο οποίος και γιόρταζε πρόσφατα. Τον αφήνω, για να καταδείξω αφενός την πλέρια ταπείνωσή μου μπροστά στον άρχοντα Ιστολόγο (διαπιστώνω ότι συνεχίζω τον θρησκευτικό προσανατολισμό του ποστ) και αφετέρου ότι δεν υπάρχει παρεθνογένεση στο μπλόγκινγκ. Τέλος πάντων η ιδέα είναι να φλυαρήσω μήπως και καταφέρω να κρύψω την έλλειψη έμπνευσης.

*



Αποφάσισα τις προάλλες να γράψω πολιτικό ποστ και γύρισαν τα πάνω- κάτω. Σε ένα μήνα επήλθε μερική καταλληλοποίησις του ακατάλληλου και οριστική ενίσχυσις του Κανένα. Μέχρι το επόμενο ποστ μπορεί ο Κανένας να φάει και τον Μηδένα. Γενικώς μ’ αρέσει πάρα πολύ αυτή η διολίσηθηση του πολιτεύματος σε Βασίλειο των Δημοσκοπήσεων. Ξαναβρήκαμε την άμεση δημοκρατία-μη χε.

Πρέπει πάντως να σημειώσουμε μια μεγάλη επιτυχία της βίτα, καθότι αναδείξαμε πρώτοι το ζήτημα της Καλομοίρας Σαράντη, - προηγηθήκαμε κατά δύο ημέρες των Χριστίνα Λαμπίρη και Συνεργάτες. Νομίζω πως όφειλαν να πουν ένα ευχαριστώ. Ή έστω μια πρόσκληση να πανελίσουμε κι εμείς μαζί τους, να μιλήσουμε για τα δικά μας αδιέξοδα, πού πάει όλο αυτό. Με καταλαβαίνετε Χριστίνα. Επιτέλους, was ist das–die Philosophie?

*



Δεν βλέπω να με σώζει η φλυαρία σήμερα. Ήμουν στο κρεβάτι πριν από λίγο και βόγκαγα. Μετά άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει επιτέλους να γράψω κάτι, μέρα που είναι. Τελικά, σχεδίασα το ποστ εκεί ανάσκελα, κοιτάζοντας το ταβάνι. Σιγά τη σύλληψη θα μου πεις. Δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας είναι ότι έτσι και με πιέσεις, μπορώ να τα ξαναπώ όλα προφορικά, από την αρχή. Ακόμα κι αυτή την πρόταση που γράφω τώρα, τη σκέφτηκα εκεί. Γενικά είμαι σπουδαίος τύπος, συντάσσω και προφορικά ποστ, με όλα τα σημεία της στίξης (σε θέσεις τόσο ανάσκελα όσο και μπρούμητα) και έχω φάει μεγάλη καταπίεση στο δημοτικό να μάθω να αποστηθίζω. Έτσι απέκτησα άριστη αυτοεικόνα, αυτοπεποίθηση και αυτογνωσία. (Καθώς και έναν ψηλό πυρετό, τα είπαμε αυτά.) (Κύριε Thas μου, δεν είναι καλές οι τόσο συχνές λοιμώξεις, είπε ο σοφός δόκτωρ. Γενικά το ανοσοποιητικό μου τελευταία, σφυράει κλέφτικα. Σπούκυ.)

Λοιπόν ο George Steiner για την αποστήθιση που λέγαμε, σημειώνει τα εξής:
Να αποστηθίζει κανείς από καρδιάς – πόσες πληροφορίες εσωκλείονται σ’ αυτή την έκφραση!- προϋποθέτει να κάνει κτήμα του κάτι, να κυριευτεί από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της γνώσης. Τούτο σημαίνει πως εξουσιοδοτούμε τον μύθο, την προσευχή, το ποίημα να έρθει να μπολιάσει και να ανθίσει μέσα μας εμπλουτίζοντας και τροποποιώντας το ίδιο μας το εσωτερικό τοπίο, όπως κάθε εφόρμηση μέσα από τη ζωή μετατρέπει, με τη σειρά της, και εμπλουτίζει την ύπαρξή μας. Για την αρχαία φιλοσοφία και αισθητική, μητέρα των Μουσών ήταν η μνήμη.

Από το Η σιωπή των βιβλίων



Ίσως πρέπει να ξαναδούμε το ζήτημα όλοι εμείς οι προδευτικοί υπέρμαχοι της ουσιαστικής-κριτικής-σκέψης-που-απεχθάνεται-την-αποστήθιση. Δεν ξέρω, λέω.

Πάντως το βιβλιαράκι του Steiner που με ενθουσίασε είναι αυτό:


Ο τίτλος είναι παραπλανητικός, μην παρασύρεστε οι ποιητικές ψυχές. Στην ουσία έπρεπε να λέγεται δέκα λόγοι για την ατέλεια της σκέψης.

*


Είδα και κάποιες ταινίες στου ντιβιντί. Είχα τη φοβερή έμπνευση να πάρω κολλητά όλη τη αμερικάνικη παραγωγή με cows & boys: The proposition, Τελευταίο τραίνο για τη Γιούμα, There will be blood, Η δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς, No country for old men. Όταν έφτασα πια στους Κοέν έπαθα κάτι. Ο πνιχτός ήχος της καραμπίνας του Χαβιέ Μπαρδέμ μου τίναζε το στομάχι. Πνίγηκα στα πτώματα. Εντάξει, έχει υποκλιθεί η ανθρωπότης στη βιρτουοζιτέ των Κοέν, στον Ταραντίνο, μαζί τους κι εγώ. Αλλά πεθύμησα ξαφνικά μια Πωλίν στην πλαζ ρε αδερφέ. Λίγη σέβεντις γαλλικούρα, μια ανθρώπινη κατάσταση. Ευχαρίστως θα έπαιρνα ολίγον από Ρομέρ τώρα.

Είδα πάντως μια ταινία που δεν βγήκε στις αίθουσες και μου άρεσε πολύ. Ο μπαμπάς έχει αλτσχάιμερ, τα αδέλφια πελαγωμένα. The savages. Χιούμορ, οξεία παρατήρηση και τρυφερότητα. Καληνύχτα, καλοί μου άνθρωποι.

*



(ημέρα δεύτερη, τεύχος δύο)



Τι μ’ έπιασε που λες ένα βράδυ, προ πυρετού, άρχισα να διαβάζω για την παρουσία του είδους μας στο πλανήτη. Οι ανθρωπίδες εμφανίζονται 4,4 εκατομμύρια χρόνια πριν. (Ύστερα κοιμήθηκα, γιατί σε ύπτια θέση αντέχω περίπου μισή σελίδα: σημάδι μιας προηγούμενης δίκαιης ζωής κι ενός ανέφελου παρόντος). Ξύπνησα όμως τη νύχτα (σημάδι μιας κακής ζωής και ενός ανήσυχου παρόντος) και άρχισα να σκέφτομαι πόσες φορές χωράει το 5 χιλιάδες στο 4,4 εκατομμύρια χρόνια. Το κάνω από μικρός αυτό, όταν θέλω να εκπλήξω τον εαυτό μου φαντάζομαι ατελείωτες σειρές πραγμάτων….πέντε χιλιάδες χρόνια, δέκα χιλιάδες χρόνια, φσουουου αέρας, εκατό χιλιάδες χρόνια, πεντακόσιες χιλιάδες χρόνια, ένα εκατομμύριο χρόνια, φσουουου αστραπές, βροντές, ένα εκατομμύριο διακόσιες πενήντα χιλιάδες χρόνια κοκ. Πώ πω μανούλα μου.
Τόσα εκατομμύρια χρόνια με ανύπρακτη εξέλιξη, στρατιές προγόνων μας κλιματολογικά (και πολιτιστικά) καθηλωμένες. Και ξαφνικά, μετά από τόση παγωνιά και αγωνία και ούγκα-ούγκα, αρχίζει το ξεσάλωμα με τους πρώτους πολιτισμούς της Μεσοποταμίας. Ένα ελάχιστο χρονικό τσακ κατόπιν, περνάμε στο πείραμα του cern.

Απίθανο.

Πόσο έχει γκαζώσει το μηχανάκι φαίνεται και από εκείνο το σημείωμα του Γραμματικάκη στο οπισθόφυλλο της Κόμης της Βερενίκης (διαχρονικό μπεστ σέλερ μαζί με το Χρονικό του χρόνου):
Το βιβλίο αυτό αφορά σε ένα πείραμα που έγινε πριν από 15 δισεκατομμύρια χρόνια. Ήταν δε τέτοιες οι συνθήκες και η θερμοκρασία του πειράματος που καθιστούν ανέφικτη την επανάληψή του στα γήινα εργαστήρια. Το πείραμα αυτό ήταν η δημιουργία του ίδιου του σύμπαντος
.

«Ανέφικτη.» Να είμαστε καλά, να δούμε τι θα απογίνουν κι άλλες ωραίες βεβαιότητές μας.

*



Μετά και την επιστημονικοφανή αναφορά μας, κλείνουμε επιτέλους με την προεξαγγελθείσα προσφορά, μια επιλογή σε Steinway πιάνα της βορειευρωπαικής σχολής, στην κατεύθυνση της ECM. Κατά περίπτωση ο ήχος της μπορεί να σε εκνευρίσει με την κλινικότητά του ή να σε ενθουσιάσει με τις ηχητικές του ποιότητες. Γενικά πρόκειται για εξαιρετικούς μουσικούς που έχουν το χρόνο με το μέρος τους. Μετά από ελεκτρομπλιμπλίκια, ντισκοπόπ και πριονοκιθάρες, αυτός ο ήχος δουλεύει σαν μουσικό Hexalen. Με πολύ κενό ανάμεσα στις νότες, θέλει ησυχία και συγκέντρωση (και ένα συμπαθές σύστημα αναπαραγωγής.)- αν και προσπάθησα να δημιουργήσω πιο up beat κλίμα από το σύνηθες. Προσωπικά επειδή θέλω να μοιάσω στον γκουρού του Πετεφρή, έχω βρει εδώ παρηγοριά και ανάπαυση.

*




Achirana, Vasillis Tsabropoulos piano, Arild Andersen double bass, John Marshall drums. Σχόλια.

*





Tomasz Stanko Quartet, Suspended Night.
Tomasz Stanko trumpet, Marcin Wasilewski piano, Slawomir Kurkiewicz double bass, Michal Miskiewicz drums. Σχόλια.

*



Tord Gustavsen trio, Being There.
Tord Gustavsen piano, Harald Johnsen double bass, Jarle Vespestad drums. Σχόλια.

*



The triangle, Arild Andersen double bass, Vasillis Tsabropoulos piano, John Marshall drums.

*



Brad Mehldau songs, the art of the trio vol.3
Brad Mehldau piano, Jorge Rossy drums, Larry Grenadier bass. Σχόλια.


Η συλλογή: 4pianos
1.Diamod cut diamond (7:23)Achirana
2.Achirana (8:06)Achirana
3.Suspended variations ii (8:24)Suspended night
4.Vicar street (3:42)Being there
5.Karamosin (5:08)Being there
6.Where we went (4:45) Being there
7.Strait (5:36) triangle
8.Song song (6:29) the art of the trio vol.3
9.Exit music for a film (4:23)the art of the trio vol.3

*


Τελειώσαμε και δεν προλάβαμε να πούμε μια κουβέντα για το πού πάει όλο αυτό. Με καταλαβαίνετε. Ας πιούμε καλύτερα κάτι (καμιά αντιβίωση πιχί) και ας πατήσουμε send πριν μας προλάβει η νέα μέρα. Γενέθλια να σου πετύχουν.

8.9.08

Μα πού χάθηκε αυτό το κορίτσι;


(sad-autumn-politics)


Η τούρτα ζαχαρένια του Γιωρ.Παπ. με μελαγχόλησε. Ευφυολόγημα νομίζω άσχετο με την ιδιοσυγκρασία του, αντί να βελτιώνει την εικόνα του ίδιου και του κόμματος (το οποίο συνεχίζει να μεσοπελαγώνεται έρμαιο παντοειδών ανέμων), ρίχνει μια πρόσκαιρη γέφυρα προς το λαϊκό αίσθημα (που γουστάρει γρήγορη ατάκα και γλωσσικές εξυπνάδες), για να μείνει στο τέλος σώμα αναφομοίωτο και ξένο προς τη ρητορική του αρχηγού του. Ό,τι τέλος πάντων ορίζουμε ως τέτοια.

Γενικά το φθινοπωρινό μικροπολιτικό κουβεντολόι (ρουσοπούλειον ασυμβίβαστο + τατουληάδα / βουλγαράκειον γκλαμ + κοτερολογία) μού φαίνεται ότι κλείνει και πάλι την πολιτική σε μια τηλεοπτική οχλαγωγία με την οποία τρέφεται η καθημερινότητά μας: αυτό το άκακο ζωάκι που μασά και αναμασά διαρκώς την ασημαντότητα, ώσπου το ίδιο να μεγαλώσει, να παχύνει και να καταλάβει εντέλει το βασικό σχήμα της ζωής μας (σημειωτέον, ως γνωστόν, πως δεύτερη ζωή δεν έχει).

Άσχετο, αλλά εύρισκα πάντα την κατηγορία περί αμερικανοτραφούς κολεγιόπαιδος που δεν ξέρει ελληνικά, άδικη για τον άνθρωπο. Τα ελληνικά του Γιωρ.Παπ. δεν μου φαίνονται άσχημα, τουλάχιστον συντακτικά. Το πρόβλημα βρίσκεται, πασιφανώς νομίζω, στην έλλειψη εκφραστικότητας και στην αναιμική εμψύχωση των ίδιων του των λόγων· με άτονα ή ανύπαρκτα τα παραγλωσσικά και εξωγλωσσικά στοιχεία.

Πήξαμε στους ρήτορες, θα μου πεις.
Ίσως.
Αλλά και πολιτική δίχως λίγη έμπνευση, δίχως ένα μίνιμουμ εκφραστικού πάθους (τη στιγμή μάλιστα που καλείς τις μάζες να μοιραστούν μαζί σου ένα όραμα) δεν νοείται από αρχαιοτάτων, ενώ η ρητορική δεινότητα δεν είναι απαραίτητα συνώνυμο της παραπλάνησης- είναι, φυσικά, η συνήθης εκτροπή της. Γίνεται πάντως να είναι κι αλλιώς.

Κατά μία έννοια και ένα καλό γραπτό κείμενο ασκεί την ίδια τέχνη της ρητορείας με τον καλύτερο (αποτελεσματικότερο) τρόπο: πείθει τον αναγνώστη για την ειλικρίνεια των προθέσεών του, τον ρουφάει σε ένα απολύτως προσωπικό σύμπαν, ενώ ο δημιουργός του είναι σε θέση να παρατηρεί το αόρατο στους πολλούς νήμα, τις ραφές, το στρίφωμα· στοιχεία που δεν συνιστούν ψεύδος και απάτη, αλλά δομικά συστατικά της (κρυφής) του αρχιτεκτονικής. Ήγουν-τουτέστι κατασκευάζεται και η αλήθεια, όπως η πίτσα καπριτσιόζα.

[έχω ξεφύγει σε καλολογικά στοιχεία, αφορισμούς, υπερβατά, χιαστί, κατά το δοκούν- τώρα ανοίγομαι και στην κουζίνα]

Αυτό είναι το πρόβλημα του καθηλωμένου Πασόκ: δεν είναι σε θέση να κατασκευάσει την αλήθεια του- περιμένει να ζήσει από το ψέμα των άλλων.
Δύσκολα πράγματα αυτά.
Ιδίως όταν το πρόβλημα βρίσκεται, κατά δήλωση, στους ίδιους.

*



Με δεδομένη την καταιγίδα που πλήττει την κυβέρνηση, την κατάσταση της οικονομίας και τα μύρια όσα της πενταετίας, η αντοχή των ποσοστών Καραμανλή και η διαφορά +2 με το Πασόκ, φωνάζουν το προφανές: ότι το κοινωνικό σώμα, μουδιασμένο και αμήχανο σχετικά με το ποια προβλήματα είναι σε θέση να λύνει επιτέλους η πολιτική, με ελάχιστη ή καθόλου ελπίδα, συνεχίζει να κρατιέται από πρόσωπα. Ο καθένας, αφού (επανα)βεβαιώσει υποταγή στο κοινό δόγμα τού «όλοι ίδιοι είναι» (μη μας πούνε και μυγοχάφτες), ακολουθεί, έστω απρόθυμα, τις προσωπικές του συμπάθειες.

Έτσι μόνο εξηγούνται τα κουφά γκάλοπ, με τα κουφά τους αποτελέσματα. Σε ένα ιδεολογικό τοπίο που φέρνει σε αλπική τούντρα, τα πρόσωπα αποτελούν το τελευταίο καταφύγιο έκφρασης γνώμης, μια ιδιωτική περιοχή προτιμήσεων, μικροσυμπαθειών ή έστω αναγκαστικής επιλογής του μη χείρον. Έτσι ερμηνεύεται και η σπουδή Καραμανλή να μας βεβαιώσει πως: μάγκες, το παίρνω πάνω μου.

[Σημειολογικώς μεταφραζόμενο: είμαι ο ηγέτης / τιμονιέρης / καραβοκύρης· μπορεί να μην πιάσουμε τσιπούρες αλλά θα σας βγάλω ζωντανούς στη στεριά.]

Με δεδομένο το υλικό του (φτάνει να χαζέψεις τα πρωτοκλασάτα στελέχη και τους υπουργούς που σαρώνει η κάμερα στην πρώτη σειρά) τα σκάνδαλα και τα σκανδαλάκια που σκάνε από παντού, συν τον ζοφερό χειμώνα που ψιλοεξαγγέλλεται, είναι ένα μικρό θαύμα ότι μπαίνει και βγαίνει όρθιος στη συνέντευξη τύπου. Να μη σου πω και ενισχυμένος.

*



[Σκάνδαλα· το μεγαλύτερο όλων παραμένει η εξαφάνιση της Καλομοίρας Σαράντη, στον κολοφώνα της δόξας της -και δεν βρέθηκε ένας, να τον ρωτήσει γι’ αυτό, να μάθουμε και κάτι χρήσιμο.]

*


Καλό Χινόπωρο, χειμαζόμενοι αδερφοί μου.