Έστιν ουν τραγωδία
Φάγαμε τον Ιούλιο με το ένα, το δύο, το τρία και το τέσσερα.
Υπάρχει κάτι αφόρητο στους ορισμούς. Ακόμα και η διατύπωση του Αριστοτέλη έχει αυτή τη «στρογγυλάδα» που παγώνει το νόημα σε ένα δεδομένο, αυστηρό σχήμα· η αποστήθιση και η επανάληψή του μέσα στα χρόνια το έχουν εξουδετερώσει. Μου φέρνει στο νου το κύκλιο ά-γιοσοθεός / ά-γιοσισχυρός / ά-γιοσαθάνατος /ε-λέέέ-ησονημάς, που τράνταζε ρυθμικά τα σχολικά προαύλια κάποτε, όταν ακόμα οι μαθητές ήταν σημαντικά περισσότεροι από τους καθηγητές τους.
Δεν είναι εποχή για μεγάλες διατυπώσεις και κρίσεις η δική μας. Μόλις ορίσεις κάτι σπεύδεις αυτομάτως να σημειώσεις και την κριτική του, αν θέλεις να είσαι σοβαρός. Το μάτι είναι εξασκημένο να διαβάζει κυρίως το «από κάτω» κείμενο των καλλιτεχνημάτων, των παραστάσεων, των ίδιων των ανθρώπων. Μια ασήμαντη λεπτομέρεια, μια ελάχιστη ψυχική διακύμανση, μια ακούσια χειρονομία τραβούν το ενδιαφέρον περισσότερο από την κύρια διαπραγμάτευση. Η μετατόπιση της οπτικής προς το ψυχολογικότερο αποθεώνεται κυρίως στον σύγχρονο κινηματογράφο (και εν μέρει στη λογοτεχνία). Θαύμαζα χθες πόσο αφαιρετικά (και γι’ αυτό συγκινητικά) προσέγγιζε ο σκηνοθέτης τις διαρκείς, εκκρεμείς τραγωδίες των ανθρώπων στις «εννιά ζωές». Είναι μια πείρα ζωής αυτή, που κατανοεί πώς οργανώνεται ο πόνος στον σύγχρονο κόσμο και τι ερμηνείες χρειάζονται να τον «υποστηρίξουν». Πρόκειται για βλέμμα που αποτελεί πλέον κατάκτηση του πολιτισμού μας και κοινό κτήμα όλων· εξού και πολλές από τις (σπουδαίες) ταινίες που γυρίστηκαν πενήντα ή εξήντα χρόνια πριν μας ξαφνιάζουν σήμερα δυσάρεστα με τον αφύσικο φορμαλισμό τους και το στερεοτυπικό, αρράγιστο παίξιμο των ηθοποιών. Είναι σαν να παρελαύνουν μπροστά μας κουστούμια και όχι άνθρωποι. Αλλά τότε, στην εποχή τους, άλλη εντύπωση θα δημιουργούσαν. Καθότι άλλοι άνθρωποι, άλλα αιτήματα- ή έστω αλλιώς διατυπωμένα.
Το λέω για να σκεφτούμε ξανά την απόσταση των 2500 χρόνων που μας χωρίζουν από την τραγωδία και τα απίθανα ζογκλερικά που χρειάζονται για να αποδοθεί ουσιαστικά το πνεύμα της. Χάρηκα την Παρασκευή, στη συνέντευξη του Νίκου Χατζόπουλου (στη βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας), την απάντησή του σε σχετική ερώτηση του Μ.Φάις:
- Μ.Φ. Αν δεν σφάλλω, δεν έχεις καταπιαστεί με αρχαία κείμενα. Θα σ' ενδιέφερε;
- Ν.Χ. Για μένα προέχει να λυθεί κάτι άλλο: η θεατρική μεταφορά των αρχαίων κειμένων σήμερα. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, οι γνωστές σκηνικές προσεγγίσεις στο αρχαίο δράμα είναι πλέον στείρες, αδιέξοδες. Χρειάζεται πολλή έρευνα και πειραματισμός για να βρεθεί μια σημερινή, ζωντανή σκηνική γλώσσα, ανάλογη του μεγέθους και της κοινωνικής σημασίας που είχε κάποτε αυτός ο δημόσιος λόγος. Μόνο αν βρισκόταν αυτή η σκηνοθετική και ερμηνευτική προοπτική θα μ' ενδιέφερε να καταπιαστώ με αρχαία κείμενα. Μου έχει ήδη ζητηθεί να το κάνω κάποτε· αλλά μη έχοντας στο νου μου κάποιο ολοκληρωμένο όραμα, αδυνατούσα να φανταστώ ποια μορφή θα μπορούσε να πάρει αυτός ο λόγος. Είχα μπροστά μου το απόλυτο κενό. Κι έτσι αρνήθηκα.
Ο προβληματισμός του είναι καίριος καθώς εστιάζει «στο μέγεθος και την κοινωνική σημασία που είχε κάποτε αυτός ο δημόσιος λόγος»- κάτι που νομίζω δεν είναι τόσο δεδομένο ως διαπίστωση. Μακάρι όλοι να στέκονταν έτσι «απορώντες» απέναντι στο αίνιγμα αυτού του λόγου, με παρόμοιο δηλαδή ήθος και αγωνία. Η απάντησή του εκτός από τίμια είναι και ιδιαίτερα πυκνή. Μιλάει για την ανάγκη μιας σημερινής σκηνικής γλώσσας που να προκύπτει από ένα ολοκληρωμένο όραμα. Δηλαδή, μιλάει, καταλαβαίνω, για αναδίπλωση και περισυλλογή (που είναι οι απαραίτητοι όροι της εμβάθυνσης), ώστε να προκύψει το προσωπικό βλέμμα του δημιουργού, εκείνη η πρωτότυπη οπτική που μας συστήνει τον κόσμο μέσα από τη δική της θερμοκρασία.
Η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμαστε μια παύση σ’ αυτόν τον πληθωρισμό διακηρύξεων, αγνών προθέσεων και ακατάπαυστων ανανεωτικών αναγνώσεων, κατά τις οποίες εναλλάσσεται η ραπ τελετουργία με την ροκ μυσταγωγία. Εμένα μ’ αρέσουν αυτά τα κόλπα (γιατί παριστάνω ακόμα τον έφηβο) και μακάρι να βγαίνει ο χορός σαν punk ορχήστρα με κορυφαίο τον Sid Vicious. Αλλά με ενοχλεί πια (όπως όλους φαντάζομαι) η ξεκομμένη διακοσμητική χρήση στοιχείων καθώς και η συνδέσεις με τον Μπους και τα έργα της επικαιρότητας. (Εξίσου επίκαιροι θεωρούνται κατά περίπτωση ο… Ταρτούφος ή ο Βασιλιάς Ληρ. Εξαρτάται από το πιο έργο ανεβάζεις κάθε φορά.) Η απλοποιητική αυτή αναγωγή αντί να φέρνει πιο κοντά το έργο και τις σημασίες του, το ευτελίζει. Η ανθρωπολογική γνώση που κόμιζε και, υπό όρους, κομίζει και σήμερα η αρχαία τραγωδία, ήταν αποτέλεσμα ανάδειξης των αντίρροπων δυνάμεων που συγκλονίζουν το υποκείμενο, του χαώδους ανθρώπινου υλικού που δεν τιθασεύεται, της αναμέτρησης με κοσμικές δυνάμεις- όχι προϊόν καταγγελίας ή πόλωσης καλού-κακού και πολέμου-ειρήνης.
Δεν έχει ανάγκη ο πόνος τις συνδέσεις επικαιρότητας για να γίνει κατανοητός:
Άργος, έξω από το παλάτι των Ατρειδών· όρθια η Ηλέκτρα και
καταγής στα πόδια της, κοιμάται ο Ορέστης·
ΗΛΕΚΤΡΑ
Όλα τα αντέχει ο άνθρωπος. Θεοί· μη μας λυπάστε!
Στείλτε μας περισσότερο κακό. Πιο αβάσταχτον, δώστε μας
πόνο. Ρημάξτε μας
με πιο μεγάλες συμφορές. Αντέχουμε ακόμα· ζούμε! (…)
Με τι λόγια να αναμετρηθείς μ’ εκείνα που δεν μπορείς
ποτέ να πεις· - ανάμεσα στους φθόγγους μου, βουβά
τα αφήνω ν’ ανασαίνουν. Να σωπαίνουν!
Από την εισαγωγή του Ορέστη, σε, εξαίρετη και πάλι, μετάφραση Χειμωνά
------------
Μ’ αυτή την έμμεση υποδήλωση περί σιωπής(μόνος μου τα θέτω, μόνος μου τα αναλύω), κλείνεται κάπως εσπευσμένα το παρόν, χωρίς τις σχεδιαζόμενες γρανκάσες του φινάλε - σε τρεις ώρες αναχωρώ. Να επαναλάβω κάτι που είπα στην αρχή. Δεν (θα θελα να) κάνω τον έξυπνο. Η κριτική είναι εύκολη υπόθεση- όποιος επιχείρησε να εφαρμόσει τις ιδέες του στην τέχνη, ξέρει τη διαφορά της θεωρίας από την πράξη. Εξάλλου αν είχα τις ελάχιστες απαντήσεις στα προβλήματα που θέτει το αρχαίο δράμα δεν θα λεγόμουν ακόμα Thas που γράφει στη vita moderna-να έχουμε κι ένα μέτρο των πραγμάτων- αλλά τουλάχιστον Κitto ή Blume ή Δ.Ιακώβ. Ζήτω η τέχνη. Κάτω οι παρασιτικοί οργανισμοί, μαζί τους κι εγώ..
Καλό καλοκαίρι, ω φίλοι, και καλή αντάμωση.